Social Icons

Τετάρτη 7 Αυγούστου 2013

Αλήθεια, τι σημαίνει Δεξιά;



του Απόστολου Δοξιάδη / ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Η σωστή λειτουργία της Δημοκρατίας στηρίζεται στην ύπαρξη κομμάτων με διακριτές ιδεολογικές θέσεις, ώστε ο πολίτης να έχει τη δυνατότητα επιλογής ανάμεσα σε ουσιαστικά διαφορετικές πολιτικές προτάσεις. (Το ότι η ιδεολογία πρέπει να βρίσκεται σε αντιστοιχία με την πράξη, το θεωρώ φυσικά αυτονόητο? άλλο αν, όπως πολλά αυτονόητα στην Ελλάδα, σπανίως ισχύει). Σύμφωνα με την αρχή αυτή, το μεγαλύτερο πολιτικό μας πρόβλημα είναι η ανυπαρξία πραγματικής ιδεολογικής διαφοράς ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και τη Νέα Δημοκρατία, τα κόμματα δηλαδή που εκφράζουν εκλογικά τέσσερις στους πέντε Ελληνες.
Η ιδεολογική ισοπέδωση αποτελεί έκφραση της γενικότερης κρίσης αξιών που βασανίζει την κοινωνία μας, της οποίας η οικονομική δεν αποτελεί παρά μέρος. Για να αντιμετωπισθεί η κρίση, λοιπόν, πρέπει να ξεκαθαρίσει η πλειοψηφία των πολιτών, μέσω και των κομμάτων που την εκφράζουν, τις ιδέες της. Αλλιώς, αργά ή γρήγορα, θα πνιγούμε όλοι μαζί στον άχρωμο χυλό του βαθιά αήθους, οπορτουνιστικού λαϊκισμού, που αποτελεί τη μόνη πραγματική ιδεολογία των περισσότερων πολιτικών μας.
Πιστεύω ότι η πιο επείγουσα ανάγκη στο ξεκαθάρισμα του ιδεολογικού τοπίου είναι ο αυτοπροσδιορισμός του πολιτικού χώρου που αποκαλείται συμβατικά «Δεξιά». Κι αυτό γιατί, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, η Δεξιά αποτελεί το σημείο αναφοράς όλου του πολιτικού φάσματος: τα κόμματα που βρίσκονται αριστερά της ορίζουν τη φυσιογνωμία τους ως απόσταση από αυτήν, ενώ όσα είναι από την άλλη διεκδικούν την πελατεία της, εμφανιζόμενα ως «πραγματική Δεξιά». Την ανάγκη αποτελεσματικού αυτοπροσδιορισμού της ελληνικής Δεξιάς την καθιστά περισσότερο επείγουσα η βαθιά ιδεολογική σύγχυση στην οποία βρίσκεται, εδώ και δεκαετίες.
Η σύγχυση έχει ιστορική αφετηρία. Μέχρι την απριλιανή δικτατορία, η Δεξιά στηριζόταν σε δύο πυλώνες: αντικομμουνισμό και φιλομοναρχία. Ομως, με τη Μεταπολίτευση, οι δύο πυλώνες γκρεμίστηκαν, ο πρώτος τον Ιούλιο του 1974, με τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, κι ο δεύτερος τον Δεκέμβριο, με το δημοψήφισμα για το πολιτειακό. Οσοι θυμούνται εκείνα τα χρόνια, γνωρίζουν ότι το γκρέμισμα αυτό δεν ήταν αυτονόητο παρεπόμενο της Μεταπολίτευσης. Χρειαζόταν πολιτικός μεγάλου αναστήματος για να το επιβάλει. Κατά ιστορική ειρωνεία, αυτός ήταν η σημαντικότερη προσωπικότητα της ελληνικής Δεξιάς, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.
Ο Καραμανλής ήταν άνθρωπος των έργων, όχι των λόγων, κι αυτό ήταν το βασικότερο προσόν του. Ηταν όμως και η αχίλλειος πτέρνα του: η αδιαφορία του να δώσει στη Δεξιά ένα νέο ιδεολογικό στίγμα στη θέση αυτού που της αφαίρεσε, πέραν του φιλοδυτικού προσανατολισμού, ήταν το μεγαλύτερο πολιτικό λάθος του. Η ιδεολογική γύμνια φάνηκε ξεκάθαρα ήδη το 1981, όταν το ΠΑΣΟΚ, κόμμα αρχικά σαφώς αριστερότερο της προδικτατορικής Ενωσης Κέντρου, απορρόφησε όλους τους ψηφοφόρους της που είχαν στηρίξει μεταδικτατορικά τον Καραμανλή.
Πώς έγινε αυτό; Ο Ανδρέας Παπανδρέου κέρδισε τους κεντρώους με ένα συγκλονιστικά αποτελεσματικό σύνθημα: «Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά». Το σύνθημα λειτούργησε αόρατα, υποδόρια, πέρα και πίσω από αυτό που φαίνεται να δηλώνει επιφανειακά, ότι δηλαδή ο ελληνικός λαός απεχθάνεται τη Δεξιά. (Αυτό άλλωστε είναι προφανώς ψευδές, αφού ο λαός περιλαμβάνει και τη Δεξιά, και ενίοτε σε μεγάλα ποσοστά: το 1974, ο Καραμανλής είχε εκλεγεί με 54,4 τοις εκατό.) Οχι. Η κρυφή δύναμη του συνθήματος δεν βρίσκεται στις μεγάλες λέξεις, «Λαός» και «Δεξιά», αλλά στο φαινομενικά αθώο «σημαίνει». Η νέα Δεξιά του Καραμανλή ήταν πανδύσκολος αντίπαλος, οπότε ο Ανδρέας ανέστησε και έβαλε στη θέση της την παλιά! Με το σύνθημά του, ο Ανδρέας όρισε το νόημα της έννοιας «Δεξιά» κατά τα γούστα του, διαγράφοντας διαμιάς τα μεταπολιτευτικά επιτεύγματα του Καραμανλή, και υποβάλλοντας την ιδέα ότι η Δεξιά είναι («σημαίνει») αυτό που ήταν προ-δικτατορικά: η Δεξιά της υπακοής στο κελεύσματα του Παλατιού, δηλαδή -στη νέα εκδοχή- των ξένων, η Δεξιά της μισαλλοδοξίας και των διώξεων. Ετσι, το 1981 οι Ελληνες δεν υπερψήφισαν τόσο το (ουσιαστικά άγνωστό τους) ΠΑΣΟΚ, όσο καταψήφισαν ένα βρικόλακα, που ο Ανδρέας τους έπεισε ότι είχε βγει από τον τάφο.
Κι ο μεν Ανδρέας τη δουλειά του έκανε, και την έκανε άριστα. Ομως η Νέα Δημοκρατία τι έχει κάνει, από το 1981, για να αποκτήσει ένα σοβαρό ιδεολογικό πρόσωπο, που θα αναπληρώσει το προδικτατορικό, που ακύρωσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής; Τι έχει κάνει για να δώσει στους Ελληνες μια πειστική ιδεολογική εναλλακτική στα ξοφλημένα μεταδικτατορικά ιδεολογήματα της Αριστεράς; Φοβούμαι τίποτε. Ή, μάλλον, κάτι ακόμη λιγότερο: αντί να προοδεύει, συνεχώς χειροτερεύει. Αντί να δημιουργήσει ένα ουσιαστικό και συνεπές όραμα για τη συντηρητική παράταξη, αναμασά κοινοτοπίες, ωραιοποιεί τα αντικοινωνικά αιτήματα των άθλιων συντεχνιών της, προσπαθεί -και δυστυχώς συχνά τα καταφέρνει- να ξεπερνά σε λαϊκισμό ακόμη και το λεγόμενο «βαθύ ΠΑΣΟΚ».
Το πρόβλημα λοιπόν της σημερινής Δεξιάς δεν είναι αυτό που της δημιούργησε ο Ανδρέας, το 1981, ότι «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει». Το πρόβλημά της είναι ότι έχει ξεχάσει τι σημαίνει, αυτή η ίδια.
* Ο κ. Απόστολος Δοξιάδης είναι συγγραφέας.

Ο βρετανικός "προοδευτικός συντηρητισμός" κι η ελληνική αποιδεολογικοποίηση

(το άρθρο αναφέρεται στη Νέα Δημοκρατία του Κ. Καραμανλή αλλά παραμένει επίκαιρο)
Η βρετανική πολιτική σκηνή, μαζί με άλλους τομείς της συγκεκριμένης κοινωνίας, διακρινόταν παραδοσιακά για την ιδιοτυπία της. Κατά αυτόν τον τρόπο, ενώ κατά την δεκαετία του ‘80 είχαμε στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης την άνοδο σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στην εξουσία, στην Αγγλία είχαμε την γέννηση του Θατσερισμού και την απόλυτη κυριαρχία των συντηρητικών Tories. Ετσι, κι ενώ περί τα μέσα της δεκαετίας του ‘90 άρχιζε η ανάκαμψη της ευρωπαικής κεντροδεξιάς, στην Γηραιά Αλβιώνα θριάμβευε ο «τρίτος δρόμος» της σοσιαλδημοκρατίας, με πνευματικό πατέρα του τον Giddens και μπροστάρη τον Blair. Τα παραπάνω δεν υποννοούν καμία απολύτως ντετερμινιστική προσέγγιση, απλά είναι αδύνατον να διαφύγουν της προσοχής όποιου παρακολουθεί τον τελευταίο κυρίως χρόνο την αλματώδη άνοδο των υπό τον David Cameron βρετανών Συντηρητικών, εν μέσω μίας σημαντικής παγκόσμιας στροφής των κοινωνιών σε κεντροαριστερά πολιτικά σχήματα.


Σαφέστατα, τίποτα στην πολιτική δεν είναι τυχαίο. Μετά από την επί 18 συναπτά έτη παραμονή τους στην εξουσία (1979-1997), οι Tories είχαν περιέλθει σε σημείο τέτοιο από το οποίο πολύ σπάνια πολιτικός σχηματισμός δύναται να ανανήψει. Και πράγματι για πολλά χρόνια η κυριαρχία των Εργατικών ήταν αδιαμφισβήτητη κι οι Συντηρητικοί βρίσκονταν μεταξύ σφύρας κι άκμονος –συνεχείς αλλαγές ηγεσίας, συρρίκνωση εκλογικής επιρροής, απώλεια ακόμα και παραδοσιακών ομάδων υποστηρικτών τους. Κι όμως. Πάνε μόλις τρία χρόνια από την στιγμή που ανέλαβε την αρχηγία του κόμματος ο νεόκοπος David Cameron και το όλο σκηνικό έχει ανατραπεί πλήρως. Σίγουρα σε αυτήν την ανατροπή έχει συμβάλει κι η παταγώδης απότυχια των Εργατικών να διαχειριστούν καυτά θέματα υψίστης σημασίας καθώς κι η ανικανότητα του Gordon Brown να εμπνεύσει και να πείσει οτι μπορεί να δώσει νέα πνοή στο κόμμα του και πολύ περισσότερο στην κοινωνία. Παρ’όλα αυτά, η διαφορά στις δημοσκοπήσεις –προσεγγίζει το 20%- είναι υπερβολικά ευμεγέθης για να αποδωθεί κυρίως στην ανικανότητα του Εργατικού κόμματος και της ηγεσίας του.



Αντιθέτως, η εντυπωσιακή αυτή πορεία των Tories προς τις εκλογές του επόμενου έτους, οφείλεται κατά κύριο λόγο στην εντυπωσιακή και σε σημεία ριζοσπαστική ατζέντα διακυβέρνησης της χώρας που έχει παρουσιάσει ο Cameron και οι συνεργάτες του. Το ιδεολογικό περιεχόμενό της έχει περιγραφεί από τον ίδιο με τον κάπως παράταιρο τίτλο «προοδευτικός συντηρητισμός» (“progressive conservatism”). Κι αν όντως με μία πρώτη ματιά η αντίδραση μπορεί να είναι κάπως επιφυλακτική όσ’ον αφορά την πρακτική εφαρμογή ενός προγράμματος που φέρει αυτό τον κάπως παράδοξο τίτλο, μία βαθύτερη μελέτη των προτάσεων του προγράμματος διακυβέρνησης δικαιώνει απόλυτα την χρησιμοποίηση του επιθέτου «προοδευτικός» για τον προοσδιορισμό της κατεύθυνσης που ακολουθεί αυτό.



Διότι, πώς αλλιώς παρά προοδευτική μπορεί να χαρακτηριστεί η πολιτική ενός από τα πιο παραδοσιακά συντηρητικά κόμματα της Ευρώπης, όταν αναφέρει ως βασικούς της στόχους, την δημιουργία μίας κοινωνίας η οποία θα είναι δίκαιη, πιο πράσινη, θα προσφέρει ίσες ευκαιρίες σε όλους τους πολίτες της και θα είναι πιο ασφαλής. Το όραμα των Tories για την Βρετανία του 21ου αιώνα περιέχει προτάσεις για όλο το φάσμα των πολιτικών θεμάτων οι οποίες είναι ρηξικέλευθες όχι μόνο για ένα κόμμα συντηρητικό αλλά και για οποιοδήποτε εκπρόσωπο του πολιτικού φάσματος.



Πιο συγκεκριμένα, δίνεται ιδιαίτερη βάση στον ρόλο της εκπαίδευσης για την επίτευξη του στόχου των ίσων ευκαιριών σε όλους τους πολίτες, προωθώντας την αύξηση του ανταγωνισμού στην μέση εκπαίδευση και την ισχυροποίση του ρόλου των καθηγητών στα σχολεία. Προς αυτήν την κατεύθυνση κινείται κι η προώθηση του θεσμού της οικογένειας –ενός θεσμού που έχει πάψει πια να αποτελεί συνεκτικό ιστό της βρετανικής κι όχι μόνο κοινωνίας- ως κεντρικού πυλώνα για το κτίσιμο μιας κοινωνίας με πιο ισχυρούς δεσμούς μεταξύ των μελών της και με αυξημένο το αίσθημα της συλλογικότητας αλλά και της ατομικής ευθύνης.



Παράλληλα, προωθείται αύξηση της αποκέντρωσης της λήψης αποφάσεων και των γενικότερων αρμοδιοτήτων της τοπικής αυτοδιοίκησης και των τοπικών κοινωνιών, η οποία ταυτόχρονα με τον ενισχυμένο ρόλο του εθελοντισμού και των αντίστοιχων οργανώσεων, στοχεύει στην ενίσχυση της ενεργού συμμετοχής των απλών πολιτών στην πολιτική. Επίσης μεγάλη βάση δίνεται και στην ανάγκη ανάπτυξης μίας «πράσινης οικονομίας», με την δημιουργία μεγάλου αριθμού αντιστοίχων θέσεων εργασίας και την ενίσχυση πολιτικών για την προώθηση χρήσης εναλλακτικών μορφών ενέργειας.



Τα παραδείγματα προοδευτικών προτάσεων που μπορούν να αντληθούν από την ατζέντα των Tories είναι αναρίθμητα. Ο Cameron όμως δεν έμεινε μόνο στην ανανέωση του ιδεολογικής ταυτότητας του κόμματός του. Προχώρησε και σε εκτεταμένες αλλαγές προσώπων, αναδεικνύοντας στην πολιτική σκήνη σε πρωταγωνιστικούς ρόλους μεγάλο αριθμό νέων –όχι απαραίτητα σε ηλικία αλλά κυρίως σε ιδέες- πολιτικών, μεγάλο μέρος των οποίων αποτελεί και το μονίμως μειοψηφικό γυναικείο φύλο. Κατά αυτόν τον τρόπο προσέδωσε στο κόμμα του μία τελείως διαφορετική εικόνα και μία αύρα η οποία δεν περιορίζεται σε ένα καλογυαλισμένο περίβλημα, αλλά στηρίζεται σε ένα στιβαρό σύνολο προτάσεων για το άμεσο και μακροπρόθεσμο μέλλον της βρετανικής κοινωνίας.



Στην χώρα μας, το κόμμα το οποίο δραστηριοποιείται στην ίδια πολιτική «γειτονιά» με τους βρετανούς συντηρητικούς, είναι η κυβερνώσα Νέα Δημοκρατία. Ως κομματικός σχηματισμός της ευρύτερης κεντροδεξιάς, ποτέ του ουσιαστικά δεν είχε μία ξεκάθαρη ιδεολογική ταυτότητα. Ξεκίνησε με τον ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό (καραμανλισμό στην ουσία), για να περάσει σε πιο φιλελεύθερα κατατόπια επί προεδρίας Μητσοτάκη, μέχρι να κάνει την νεοκαραμανλική στροφή στον μεσαίο χώρο και στην ουσιαστική αποιδεολογικοποιήση. Κι αυτό καθώς στην σημερινή κυβέρνηση συμβιώνουν παλαιάς κοπής πολιτικοί της λαικής δεξιάς με -τουλάχιστον κατ’όνομα- φιλελεύθερους εκσυγχρονιστές, παράγοντας κι αμφίσημης κατεύθυνσης κυβερνητικό έργο, χωρίς ξεκάθαρες στοχεύσεις και μακροπρόθεσμο πλάνο.



Αναμφίβολα, ο Κώστας Καραμανλής θα είχε πολλά να διδαχθεί από τον τρόπο με τον οποίο ανανεώθηκαν εκ βάθρων κι άκρως επιτυχημένα οι βρετανοί συγγενείς της Νέας Δημοκρατίας. Κι αναντίρρητα, προτάσσοντας μία ανάλογη και φυσικά προσαμοσμένη στα δεδομένα της χώρας μας ατζέντα, θα συμβάλει τα μέγιστα τόσο στην ιδεολογική και πολιτική αναστήλωση του κόμματός του, όσο και στην πορεία ανανέωσης της χώρας, που πλέον αποτελεί επιτακτική ανάγκη για το μέλλον της.

Old Whig

Δευτέρα 5 Αυγούστου 2013

Δεξιά κατά Φιλελευθερισμού



του Χρήστου Χαρίτου / Ελληνικές Γραμμές

Στην Ελλάδα ο Φιλελευθερισμός θεωρείται μέρος της Δεξιάς. Για αυτό και η Νέα Δημοκρατία αυτοαναγορεύθηκε ως «η μεγάλη φιλελεύθερη παράταξη», έστω και αν τόσο το «Λαϊκό Κόμμα», όσο και ο «Ελληνικός Συναγερμός» με την ΕΡΕ, δεν είχαν και πολλά κοινά με τον Φιλελευθερισμό. Αν και η Δεξιά ενστερνίζεται την υπεροχή της ελευθέρας οικονομίας έναντι του κρατισμού, σε ιδεολογικό και αξιακό επίπεδο βρίσκεται σε οξεία αντίθεση με τον Φιλελευθερισμό.
Αυτή η συζήτηση δεν είναι ακαδημαϊκού περιεχομένου. Αντιθέτως, αφορά την συγκρότηση του ιδεολογικού και πολιτικού λόγου της ελληνικής Δεξιάς και το πως αυτός ο λόγος ανταποκρίνεται στα μεγάλα εθνικά και κοινωνικά διακυβεύματα. Για αυτό έχει αξία να αποσαφηνίσουμε τις διαφορές τους.
Ιδεολογικές αφετηρίες

Η Δεξιά πιστεύει στην αξία του έθνους, τόσο σε ατομικό επίπεδο, ως νοηματοδότηση της ανθρώπινης προσωπικότητας, αλλά και στην υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας, σε συλλογικό επίπεδο. Η εθνική συλλογικότητα προηγείται του ατομικού συμφέροντος.
Ο Φιλελευθερισμός προτάσσει τα «ατομικά δικαιώματα», τα λογίζει ως «φυσικά», καθώς ακολουθούν τον άνθρωπο από την γέννησή του. Αυτά τα δικαιώματα είναι αυστηρώς εξατομικευμένα, έξω από κάθε εθνικό και πολιτιστικό πλαίσιο και δεν υπόκεινται σε περιορισμούς.
Η Δεξιά σέβεται τα ατομικά δικαιώματα, διότι είναι δημοκρατική, αλλά δεν τα απολυτοποιεί, σε βαθμό που να υπονομεύει τα συλλογικά δικαιώματα της πλειοψηφίας. Ας το δούμε με κάποια παραδείγματα. Είναι δικαίωμα ενός ανθρώπου να είναι άθεος. Η Δεξιά σέβεται το ατομικό δικαίωμα στην αθεΐα. Ταυτοχρόνως όμως, η Δεξιά σέβεται το συλλογικό δικαίωμα του ελληνικού λαού να πιστεύει στον Θεό και για αυτό υπερασπίζεται την συναλληλία της Ελληνικής Πολιτείας με την Ελλαδική Εκκλησία και τάσσεται κατά του χωρισμού τους. Ο σεβασμός στο ατομικό δικαίωμα της αθεΐας, δεν μπορεί να καταστρατηγήσει την εκπεφρασμένη βούληση του ελληνικού λαού να θεωρεί τα θρησκευτικά του πιστεύω συνυφασμένα με τις λειτουργίες του Ελληνικού κράτους.
Άλλο παράδειγμα. Είναι δικαίωμα ενός ανθρώπου να πιστεύει στην αξία του έθνους ή όχι. Αν θέλει κάποιος να πιστεύει ότι το έθνος είναι δημιούργημα της αστικής τάξεως και αποτελεί εργαλείο εξαπατήσεως των προλετάριων, ας το πιστεύει. Η Δεξιά σε ένα κράτος δικαίου θα υπερασπισθεί τα ατομικά του πιστεύω. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα δώσουμε σε αυτό τον άνθρωπο την δυνατότητα να γράψει τα βιβλία ιστορίας της Ελληνικής εκπαιδεύσεως, ούτε θα τον διορίσουμε στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Διότι οι ιδέες του είναι ψευδείς και αντεπιστημονικές και δεν συνάδουνμε τον εθνικό χαρακτήρα που οφείλει να έχει η εκπαίδευση των Ελλήνων.
Η Δεξιά μπορεί να συνδυάζει τον σεβασμό των ατομικών δικαιωμάτων με τον προτεραιότητα των συλλογικών δικαιωμάτων. Διότι είναι αναφαίρετο δικαίωμα ενός λαού να υπερασπίζεται την συλλογική του ταυτότητα, να θέλει αυτή να εκφράζεται στις λειτουργίες του κράτους και να έχει δεσπόζουσα θέση στην δημόσια σφαίρα της ζωής μας.
Και εδώ πιστεύω ότι φανερώνεται και μία ανακολουθία της φιλελεύθερης ιδεολογίας, που ενώ μιλάει για ατομικά δικαιώματα, δεν αναγνωρίζει συλλογικά δικαιώματα. Και αυτό συμβαίνει, διότι για τον Φιλελευθερισμό ο κόσμος περιορίζεται στο άτομο, ενώ αποκρύπτει τελείως την «κοινοτική» διάσταση του ανθρώπου, η οποία εν τέλει δίνει νόημα στην ύπαρξή του. Διότι ο άνθρωπος κοινωνικοποιείται εντός της πατρίδος του και του πολιτισμού του, για αυτό και δεν υπάρχει «πολίτης του κόσμου», πέραν ίσως από κάποιους κοσμοπολίτες αστούς και μαρξιστές.
Πολιτικές αρχές
Η Δεξιά πιστεύει στην προτεραιότητα της εθνικής ανεξαρτησίας και στην εμπέδωση των εθνικών αξιών στην κοινωνία. Το κράτος πρέπει να είναι εθνικό, εγγυητής της εθνικής κυριαρχίας και δημοκρατικά νομιμοποιημένο από τον λαό. Δεν πιστεύουμε σε ένα ουδέτερο-άχρωμο κράτος, που περιορίζεται απλώς στην εφαρμογή των νόμων και απεμπολάει την εθνική του αποστολή. Το κράτος αποτελεί την βούληση της εθνικής κοινωνίας και λογοδοτεί σε αυτή.
Ο Φιλελευθερισμός αντιθέτως, εστιάζεται μόνο στην διασφάλιση των ατομικών δικαιωμάτων. Για τον Φιλελευθερισμό, το κράτος βρίσκεται υπεράνω του έθνους και της συλλογικής θελήσεως. Για αυτό βλέπουμε σήμερα και όλη αυτή την λαγνεία για την καταχρηστική «προστασία» κάθε είδους μειονοτήτων.
Επειδή ένα παιδί άθεων γονέων δεν μπορούσε να βλέπει τον Εσταυρωμένο να «υποφέρει», όπως είπε, στον τοίχο του σχολείου του στην Βαυαρία, έφθασε να συζητά το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας την αποκαθήλωση του Εσταυρωμένου από όλα τα δημόσια σχολεία!
Επειδή κάποιος αριστεριστής γονέας δεν ήθελε το παιδί του να παρελάσει σε μία εθνική επέτειο, έγινε θέμα συζητήσεως, αν θα πρέπει να πραγματοποιούνται μαθητικές παρελάσεις. Επειδή ο γάμος είναι απλώς μία «νομική σύμβαση», άνευ ιερού χαρακτήρα και αποκομμένη από την δημιουργία οικογένειας, θέλουν να επιβάλουν τον γάμο των ομοφυλοφίλων. Ο Φιλελευθερισμός υπονομεύει στην πράξη τα συλλογικά δικαιώματα της πλειοψηφίας και αποκτά πρόδηλα αντιδημοκρατικά χαρακτηριστικά. Αλλιώς ξεκίνησε και αλλού καταλήγει.
Το μέλλον
Αυτή η διάσταση της Εθνικής Δεξιάς με τον Φιλελευθερισμό είναι δύσκολο να γεφυρωθεί. Αποδεικνύεται ότι ο Φιλελευθερισμός, ιδεολογικώς, βρίσκεται εγγύτερα στην Αριστερά, απ’ ότι στην Δεξιά. Η Δεξιά συνεχίζει να υπερασπίζεται τις εθνικές αξίες και ο Φιλελευθερισμός προτάσσει τις ατομικιστικές του παραδοχές, που τον φέρνουν σε αντιπαράθεση με τον εθνικό χαρακτήρα του κράτους και της κοινωνίας και ουρά πολλές φορές των επιδιώξεων της Αριστεράς.
Αυτό που προκαλεί ανησυχία όμως, είναι ότι ο Φιλελευθερισμός αντιμάχεται πλέον ανοικτά το δημοκρατικό δικαίωμα της κοινωνίας να αυτοπροσδιορίζεται συλλογικά και εν ονόματι μάλιστα της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων, λειτουργεί καταπιεστικά στην πλειοψηφία!
Δεν είναι τυχαίο, ότι το τελευταίο κεφάλαιο του κλασικού βιβλίου του Χάγιεκ «Το Σύνταγμα της Ελευθερίας», η βίβλος του Φιλελευθερισμού, τιτλοφορείται «Γιατί δεν είμαι συντηρητικός». Για να δικαιωθεί ο μεγάλος δεξιός πολιτειολόγος Καρλ Σμίττ, ο οποίος από το 1920 διαχώριζε την Δημοκρατία και την Δεξιά από τον Φιλελευθερισμό.

Κυριακή 4 Αυγούστου 2013

Ποιος τροφοδοτεί την Χρυσή Αυγή;



Χρήστος Μπόκας / Πρώτο Θέμα

Η εκκωφαντική απουσία της  παραδοσιακής Δεξιάς και της γνήσιας Αριστεράς «πριμοδοτεί» την Χρυσή Αυγή. Όσο το παραδοσιακό πολιτικό σύστημα αδυνατεί να επαναφέρει ένα συμπαγές και ουσιαστικό αξιακό σύστημα και με βάση αυτό να απευθυνθεί στον λαό για την αντιμετώπιση της κρίσης, τόσο το κόμμα του κ. Νίκου Μιχαλολιάκου θα κερδίζει .

Η Χ.Α. υιοθετώντας μια σπονδυλωτή στρατηγική, που περιλαμβάνει λαϊκίστικες κορώνες και ιμιτασιόν ακτιβισμό, στηρίζεται όμως  σε ακραίο μεν, ξεκάθαρο δε, αξιακό μοντέλο, καταφέρνει σημαντικά πλήγματα στις παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις και αποκτά όλο και περισσότερα ερείσματα σε όλα τα κοινωνικά στρώματα.

Η επιρροή της μάλιστα γίνεται ανεμπόδιστα καθώς τα υπόλοιπα  κόμματα, και η κυβέρνηση, αποφεύγουν να την αντιμετωπίσουν ουσιαστικά και προτιμούν να αναπαράγουν καταγγελιτικές κραυγές και επιφανειακές καταδίκες. Με τον τρόπο αυτό επιλέγουν να απευθυνθούν σε συγκεκριμένο κοινό, σε εκείνους που καταδικάζουν  την Χ.Α. και όχι σε όσους έχουν ήδη ενταχθεί στο άρμα της ή σε αυτούς που ετοιμάζονται γι αυτό.

Σε κάθε περίπτωση, εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι η τακτική τους δεν ανακόπτει την άνοδο του ακροδεξιού μορφώματος, αντιθέτως την επιταχύνει. Πιο συγκεκριμένα, το πλιάτσικο της Χ.Α. από τα δεξιά γίνεται με την επαναφορά των βασικών αρχών της συντηρητικής παράταξης: «Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια». Ένα αξιακό τρίπτυχο που για διαφορετικούς λόγους κάθε φορά, ο βασικός του «ιδιοκτήτης», η ΝΔ, όχι μόνο το έχει εγκαταλείψει αλλά έδειχνε να ντρέπεται γι αυτό. Το επανέφερε η Χ.Α., με τον δικό της τρόπο και φαίνεται να λειτουργεί καθώς, μπορεί να «φόβισε» το αριστερό ακροατήριο, ενθουσίασε όμως το δεξιό. Ορισμένοι από την ΝΔ φαίνεται ότι το έχουν αντιληφθεί.

Όμως σπασμωδικές κινήσεις, όπως η αναφορά του κ. Μάκη Βορίδη στους Παναγιώτη Κανελλόπουλο και Ευάγγελο Αβέρωφ δεν αρκούν.  Σε κάθε περίπτωση όσο η κυρίαρχη πολιτικά δύναμη του δεξιού χώρου αδυνατεί να επανακαθορίσει το όραμά της πάνω στις βασικές αξίες του συντηρητικού ακροατηρίου τόσο η Χ.Α.  θα την φθείρει.  Εκτός αυτού, κραυγαλέα είναι και η ιδεολογική απουσία της Αριστεράς.

Με τον τρόπο αυτό όταν μια τουρκική φρεγάτα φτάνει στο Σούνιο, οι αρμόδιοι της Κουμουνδούρου ζητούν να μην βάζουμε εμπόδια στις κρουαζιέρες! Ακόμα χειρότερα όταν πριν από μερικά χρόνια, σε ανύποπτες εποχές, οι λιγοστοί αλλά προοδευτικοί καταστηματάρχες και κάτοικοι του κέντρου της Αθήνας ζήτησαν βοήθεια πρώτα από αυτούς για την κατάσταση με τους μετανάστες, τους γυρνούσαν την πλάτη και τους αποκαλούσαν «ξενοφοβικούς»! Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι, συσσίτια σε χιλιάδες ανθρώπους εξαθλιωμένους, σε συμπολίτες μας που από την μια στιγμή στην άλλη βρέθηκαν από τα διαμερίσματά τους στο δρόμο δίνει καθημερινά  ο Δήμος Αθηναίων. Παρά ταύτα ο κ. Γιώργος Καμίνης αντί να προβάλει το τεράστιο έργο του δήμου του επιλέγει ανούσια αντιπαράθεση και επίδειξη πυγμής. Τακτική η οποία απέτυχε εκ του αποτελέσματος.