Μενέλαος Τασιόπουλος
Μια μεγάλη συζήτηση έχει ξεκινήσει από την τοποθέτηση του Μάκη
Βορίδη στο συνέδριο της Ν.Δ. σχετικά με τις τεράστιες ευθύνες που έχει ο
Ανδρέας Παπανδρέου για την καταστροφή της χώρας. Αξίζει να θυμηθούμε
ότι ο ίδιος συνήθιζε να λέει στους φίλους του, τότε, στις αρχές της
δεκαετίας του 1980, όταν όλα κινούνταν στη βάση της ανευθυνότητας, ότι
το σκάσιμο της «φούσκας» που δημιουργούνταν τότε θα το αντιμετώπιζαν οι
πολιτικοί και οι Ελληνες 20 χρόνια μετά.
Εννοούσε ότι υπήρχε καιρός για να διορθωθούν τα πράγματα, οπότε ο
κόσμος θα μπορούσε να χαρεί με τις αλλεπάλληλες, λανθασμένες πολιτικές
παροχών, περίπου ως το 2000. Τότε δηλαδή που τελικά με στρατηγική Σημίτη
μπήκαμε στην ΟΝΕ. Ο αντίλογος από την πλευρά των διάφορων εκδοχών των
απολογητών του ΠΑΣΟΚ είναι ότι για όλα φταίει η «αμέριμνη διακυβέρνηση»
του Κ. Καραμανλή του νεότερου, ο οποίος παρέλαβε πρωτογενές έλλειμμα τον
χρόνο στα 8 δισ. ευρώ το 2004 και παρέδωσε έλλειμμα 20 δισ. ευρώ το
2009. Αξίζει να θυμηθούμε ένα άρθρο-σχόλιο του Γ. Μαρίνου στον έγκριτο
«Οικονομικό Ταχυδρόμο», στον οποίο ήταν και διευθυντής, που δημοσιεύθηκε
στις 22 Μαΐου 1986. Μάλλον αυτό είναι αρκετό για να σταματήσουμε να
μιλάμε για «ξαφνικό θάνατο» της Ελλάδας το 2010. Εγραφε τότε μεταξύ
άλλων ο πλέον σημαντικός αρθρογράφος του οικονομικού ρεπορτάζ:
«Και ιδού πού φθάσαμε: Αντί να δουλεύουμε για να παράγουμε εισόδημα,
να τρώμε από τα έτοιμα και από τα δανεικά. Αντί να φτιάχνουμε νέα
εργοστάσια, να κλείνουμε κι αυτά που υπάρχουν. Αντί να εκσυγχρονίζουμε
τις υφιστάμενες εγκαταστάσεις, να τις αφήνουμε βαθμιαία να καταντούν
παλιοσίδερα. Αντί να βελτιώνομε την παραγωγικότητά μας, να επιβραβεύουμε
με κάθε τρόπο την τεμπελιά και τη λούφα. Αντί να προωθούμε τις εξαγωγές
μας με καλά και φθηνά προϊόντα, να υπονομεύομε την ανταγωνιστικότητά
τους με αποτέλεσμα να μην μπορεί πια να πουληθεί η ελληνική παραγωγή
ούτε μέσα στην ελληνική αγορά.
Αντί να ενθαρρύνομε το κέρδος, ώστε να περισσεύουν λεφτά για νέες
επενδύσεις και καλύτερες αμοιβές των εργαζομένων, το εμποδίζομε με κάθε
τρόπο, με αποτέλεσμα τον πολλαπλασιασμό των προβληματικών επιχειρήσεων
και την απειλή των μαζικών απολύσεων, αφού οι βιομηχανικές μας
επιχειρήσεις δεν μπορούν πια να επιβιώσουν.
Αντί να στηρίζομε με κάθε τρόπο την εγχώρια παραγωγή, την καταδιώκομε
με κάθε θεμιτό και αθέμιτο τρόπο, διευκολύνοντας έτσι τις εισαγωγές και
την κυριαρχία των ξένων στην ελληνική αγορά.
Αντί οι εργατοϋπάλληλοι να υπερασπίζονται την εθνική παραγωγή με την
εργατικότητα και τη συμπαράστασή τους προς τους ομοεθνείς εργοδότες
τους, πολλοί απ’ αυτούς υπονομεύουν με απεργίες, στάσεις εργασίας,
καταλήψεις, κοπάνες, νωθρότητα, τσαπατσουλιά και συνεχείς εκδηλώσεις
μίσους τις ντόπιες παραγωγικές μονάδες, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο στα
ξένα προϊόντα και στη δική τους μιζέρια και ανεργία.
Αντί το Δημόσιο να διαχειρίζεται με σύνεση και πόνο τα έσοδα από τη
φορολογία, τα διασπαθίζει σε καταναλωτικές δαπάνες σε έργα βιτρίνας, σε
αθρόες προσλήψεις υποαπασχολουμένων, σε επιδοτήσεις, χαρισμούς οφειλών,
σε δανεικά και αγύριστα και σε διαιώνιση της αντιπαραγωγικής δομής της
δημόσιας διοικήσεως και της χρονοβόρας και δαπανηρότατης γραφειοκρατίας.
Αντί να αναπτύσσομε την παραγωγή και να ενισχύομε την αυτοδυναμία της
οικονομίας μας, το ’χουμε ρίξει στον δανεισμό από το εσωτερικό και
κυρίως από το εξωτερικό, με αποτέλεσμα να έχομε φθάσει στο τραγικό
σημείο να δανειζόμαστε πια κάθε χρόνο 2-3 δισεκατομμύρια δολάρια από
τους ξένους για να εξοφλούμε προηγούμενα δανεικά.
Αντί να διευκολύνονται η εισαγωγή νέας τεχνολογίας και η ευελιξία των
επιχειρήσεων ώστε να αποφεύγουν τα οικονομικά αδιέξοδα και το μοιραίο
κλείσιμό τους, αντί να ενθαρρύνεται η υλική επιβράβευση των προκομμένων
και ευσυνείδητων, επιβάλλεται με κάθε τρόπο το αντίθετο».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου