Social Icons

Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2013

Η Ευρώπη των Εθνών


του Τάκη Θεοδωρόπουλου

Δύσκολο πράγμα εν έτει 2013 να μιλάς για την Ευρώπη των Εθνών. Οξύμωρο σχήμα, που δεν αντέχει στη δοκιμασία της πραγματικότητας. Μια παλιά ρομαντική ιδέα που εμπνέει περισσότερη νοσταλγία και λιγότερη αισιοδοξία. Δύσκολο πράγμα στην Ευρώπη του 2013 να επικαλείσαι το ευρωπαϊκό όραμα. Και δεν εννοώ την υπαρκτή Ευρωπαϊκή Ενωση. Αυτή καλά κρατεί, με τους λογαριασμούς της, τη γραφειοκρατία της, τις προδιαγραφές για την αλιεία της ρέγγας και τα αντιβιοτικά. Ενας οργανισμός που συνεχίζει να ζει από αδράνεια. Οπως τα αείμνηστα καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού, αυτή επικαλείται τα προνόμια της υπαρκτής δημοκρατίας και διαγκωνίζεται για να αναπνεύσει το οξυγόνο που της αντιστοιχεί στον Λεβιάθαν της παγκοσμιοποίησης.

Οι ηγέτες της κάνουν μούτρα στον Ομπάμα γιατί τους παρακολουθεί, κοιτούν τον Πούτιν με στραβό μάτι, θαυμάζουν την ανάπτυξη της Κίνας και αγωνιούν για τους ρυθμούς της Ινδίας. Και όλα αυτά πιπιλίζοντας τις λέξεις της κοινής τους γλώσσας, που τώρα έχασαν τη σημασία τους. Αλληλεγγύη, ο Βορράς που αντιμετωπίζει αφ’ υψηλού τον Νότο, κοινή εξωτερική πολιτική η οποία ούτε κοινή είναι, ούτε εξωτερική είναι, ούτε πολιτική είναι. Ποια είναι η διαφορά ευρωπαϊκής αντίληψης ανάμεσα στην ευρωπαϊκή κεντροδεξιά από την ευρωπαϊκή κεντροαριστερά; Οι παλιές συγκρούσεις είναι απλώς παλιές και ξεπερασμένες. Και οι καινούργιες δεν παράγουν πολιτική, όπως η οικονομία δεν παράγει θέσεις εργασίας. Η Ευρώπη των εργαζομένων έχει γίνει Ευρώπη των ανέργων, και το ψυχολογικό κενό που ανοίγουν γύρω τους οι αριθμοί των στατιστικών έρχεται να το καλύψει η θεαματική επιδρομή της ξενοφοβίας, του ρατσισμού, μιας επιθετικής ακροδεξιάς, που απ’ ό,τι όλα δείχνουν θα αλλάξει ριζικά τη γεωγραφία του Ευρωκοινοβουλίου.

Παρ’ όλα αυτά, και παρά τις δυσκολίες, η ευρωπαϊκή ήπειρος παραμένει το πιο βιώσιμο τμήμα του κόσμου. Οπως υπήρξε και σε όλες τις μεταπολεμικές δεκαετίες, τότε που τα ευρωπαϊκά έθνη αποφάσισαν να συνυπάρξουν σε μία κοινότητα, οικονομική κατ’ αρχάς, πολιτική στην ουσία της. Ενα μοναδικό ιστορικό πείραμα. Πώς έθνη με διαφορετικές γλώσσες, και με διαφορετική ιστορία, με κοινές πολιτισμικές αξίες όμως, αποφάσισαν να καταργήσουν μεταξύ τους τα οικονομικά και τα πολιτικά τους σύνορα. Μπορεί οι ιστορικοί του μέλλοντος να κρίνουν πως η διατήρηση της ευρωπαϊκής πολυγλωσσίας ήταν μια λύση ανάγκης, η οποία συνετέλεσε και στην αποτυχία του πειράματος. Ομως, προς το παρόν, ας δεχθούμε το ουσιώδες: τα ευρωπαϊκά έθνη κουβαλούν έναν βαθύ ιστορικό πολιτισμό που καταγράφεται στη μνήμη της γλώσσας τους. Η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν απαιτούσε την παραγραφή της ιστορίας ούτε υποστήριξε ποτέ πως η ιστορία έχει φτάσει στο τέλος της. Η ιστορία ήταν πανταχού παρούσα στο πείραμα. Η αποτυχία του δεν προκλήθηκε από τις υπερβολικές δόσεις ιστορίας που κουβαλούν τα ευρωπαϊκά έθνη. Το πείραμα άρχισε να κουτσαίνει από τη στιγμή που αυτή η ιστορία, μέσα στον πανικό που προκάλεσε ο σχετικισμός της παγκοσμιοποίησης, άρχισε να λογοκρίνεται.

Στην απώθηση της ιστορίας της χτίστηκε η ψευδαίσθηση της πολυπολιτισμικής κοινωνίας. Θέλοντας να ξεπλύνει το αποικιοκρατικό της παρελθόν, η Ευρώπη κάλεσε τις πρώην αποικίες της σε ένα συμβόλαιο γάμου, χωρίς να αναλογισθεί πως η συμβίωση απαιτεί ένα ελάχιστο υπόβαθρο κοινών αξιών αναφοράς. Στην απώθηση της ιστορίας οικοδομήθηκε και η πεποίθηση πως το κοινό νόμισμα έφτανε για να δημιουργήσει κοινή ευρωπαϊκή συνείδηση. Απλώς τη βοήθησε να καταρρεύσει εν τη γενέσει της. Και στον ένα και τον άλλο στόχο ακραίοι νεοφιλελεύθεροι και σοσιαλιστές συνεργάστηκαν αρμονικά. Οι μεν επειδή η ομογενοποίηση κουβαλούσε τους απόηχους του παλιού μαρξιστικού ονείρου περί τέλους της ιστορίας, οι δε γιατί βλέπουν την παγκόσμια κοινότητα σαν μια απέραντη δεξίωση δημοσίων σχέσεων, όπου κλείνονται δουλειές, όλο και περισσότερες δουλειές.

Δύσκολο πράγμα να μιλάς εν έτει 2013 για την Ευρώπη των Εθνών. Είναι σαν να θέλεις να γυρίσεις την ιστορία πίσω. Εξάλλου, την επίκληση του έθνους την έχουν καταχραστεί οι ευρωσκεπτικιστές. Ομως, η Ευρώπη των Εθνών είναι μια ένωση που χτίζεται πάνω στην ιστορία της και στον πολιτισμό της. Είμαι Ελληνας γιατί μοιράζομαι κοινές εμπειρίες με άλλους Ελληνες, μαζί με το αίσθημα του τόπου και της παιδικής μου ηλικίας, κυρίως όμως γιατί μιλάω αυτήν τη γλώσσα. Αυτό δεν με κάνει να αισθάνομαι λιγότερο Ευρωπαίος. Εμαθα γράμματα διαβάζοντας Καζαντζάκη, αλλά και Ουγκώ. Με συγκινεί ο Μπετόβεν, όπως με συγκινούν και τα σμυρναίικα. Και μου έμαθαν πολύ νωρίς στη ζωή μου πως ο ευρωπαϊκός πολιτισμός είναι πολυεθνικός, όπως η Ρώμη του Αυγούστου, για να το ξεχάσω τώρα.

Το πρόβλημα δεν είναι ότι η Ευρώπη περνάει κρίση. Το πρόβλημα είναι πώς θα την ξεπεράσει. Γιατί στο κάτω κάτω ο πολιτισμός της είναι πολύ ισχυρότερος από την αδυναμία και την ανικανότητα των πολιτικών της διαχειριστών, από την αμνησία των γραφειοκρατών της και τον καιροσκοπισμό των σκεπτικιστών της.

πηγή: Καθημερινή

Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2013

Κώστας Καραμανλής: Ηγέτης ή ακόμα ένας πρωθυπουργός;


Ένας από τους πιο πολυσυζητημένους απερχόμενους πρωθυπουργούς μετά τον Κων/νο Μητσοτάκη και τον Α. Παπανδρέου στην σύγχρονη μεταπολιτευτική μας ιστορία είναι αναμφίβολα ο Κώστας Καραμανλής. Κι όχι άδικα!

Στη διακυβέρνησή του χειρίστηκε κρίσιμα ζητήματα που αφορούσαν το εθνικό και οικονομικό μέλλον της χώρας ενώ φαινόταν παντοδύναμος ύστερα από την συντριπτική ήττα του ΠΑΣΟΚ το 2004. Παρόλα αυτά οι αντίπαλοί του τον κατακρίνουν για αδυναμία και δειλία αφού προκήρυξε πρόωρες εκλογές υπό το βάρος "πιέσεων" τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό της κυβέρνησης και της παράταξης της Νέας Δημοκρατίας.

Μετά την καταστροφική ήττα του, αποσύρθηκε σταδιακά ενώ μέχρι σήμερα δεν φαίνεται να αναλαμβάνει καμιά πολιτική πρωτοβουλία παρά την πολιτικά γόνιμη ηλικία και το βάθος υποστήριξης που διαθέτει. Το όνομά του χρησιμοποιήθηκε για πολλές ίντριγκες και πολιτικά παιχνίδια πρώην συνεργατών του και βαρόνων της παράταξης παρά τη δική του ξεκάθαρη τοποθέτηση: Δεν παρεμβαίνω, στηρίζω τον Αντ. Σαμαρά και την παρούσα κυβέρνηση.

Το ερώτημα που τίθεται σε όλους είναι: Ο Κ. Καραμανλής ήταν τελικά ηγέτης της Δεξιάς Παράταξης ή αποτελεί ακόμα έναν γόνο μεγάλης πολιτικής οικογένειας που είχε την τύχη να αναλάβει τα ηνία της χώρας όπως ο Γ. Παπανδρέου; 

Τετάρτη 7 Αυγούστου 2013

Αλήθεια, τι σημαίνει Δεξιά;



του Απόστολου Δοξιάδη / ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Η σωστή λειτουργία της Δημοκρατίας στηρίζεται στην ύπαρξη κομμάτων με διακριτές ιδεολογικές θέσεις, ώστε ο πολίτης να έχει τη δυνατότητα επιλογής ανάμεσα σε ουσιαστικά διαφορετικές πολιτικές προτάσεις. (Το ότι η ιδεολογία πρέπει να βρίσκεται σε αντιστοιχία με την πράξη, το θεωρώ φυσικά αυτονόητο? άλλο αν, όπως πολλά αυτονόητα στην Ελλάδα, σπανίως ισχύει). Σύμφωνα με την αρχή αυτή, το μεγαλύτερο πολιτικό μας πρόβλημα είναι η ανυπαρξία πραγματικής ιδεολογικής διαφοράς ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και τη Νέα Δημοκρατία, τα κόμματα δηλαδή που εκφράζουν εκλογικά τέσσερις στους πέντε Ελληνες.
Η ιδεολογική ισοπέδωση αποτελεί έκφραση της γενικότερης κρίσης αξιών που βασανίζει την κοινωνία μας, της οποίας η οικονομική δεν αποτελεί παρά μέρος. Για να αντιμετωπισθεί η κρίση, λοιπόν, πρέπει να ξεκαθαρίσει η πλειοψηφία των πολιτών, μέσω και των κομμάτων που την εκφράζουν, τις ιδέες της. Αλλιώς, αργά ή γρήγορα, θα πνιγούμε όλοι μαζί στον άχρωμο χυλό του βαθιά αήθους, οπορτουνιστικού λαϊκισμού, που αποτελεί τη μόνη πραγματική ιδεολογία των περισσότερων πολιτικών μας.
Πιστεύω ότι η πιο επείγουσα ανάγκη στο ξεκαθάρισμα του ιδεολογικού τοπίου είναι ο αυτοπροσδιορισμός του πολιτικού χώρου που αποκαλείται συμβατικά «Δεξιά». Κι αυτό γιατί, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, η Δεξιά αποτελεί το σημείο αναφοράς όλου του πολιτικού φάσματος: τα κόμματα που βρίσκονται αριστερά της ορίζουν τη φυσιογνωμία τους ως απόσταση από αυτήν, ενώ όσα είναι από την άλλη διεκδικούν την πελατεία της, εμφανιζόμενα ως «πραγματική Δεξιά». Την ανάγκη αποτελεσματικού αυτοπροσδιορισμού της ελληνικής Δεξιάς την καθιστά περισσότερο επείγουσα η βαθιά ιδεολογική σύγχυση στην οποία βρίσκεται, εδώ και δεκαετίες.
Η σύγχυση έχει ιστορική αφετηρία. Μέχρι την απριλιανή δικτατορία, η Δεξιά στηριζόταν σε δύο πυλώνες: αντικομμουνισμό και φιλομοναρχία. Ομως, με τη Μεταπολίτευση, οι δύο πυλώνες γκρεμίστηκαν, ο πρώτος τον Ιούλιο του 1974, με τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, κι ο δεύτερος τον Δεκέμβριο, με το δημοψήφισμα για το πολιτειακό. Οσοι θυμούνται εκείνα τα χρόνια, γνωρίζουν ότι το γκρέμισμα αυτό δεν ήταν αυτονόητο παρεπόμενο της Μεταπολίτευσης. Χρειαζόταν πολιτικός μεγάλου αναστήματος για να το επιβάλει. Κατά ιστορική ειρωνεία, αυτός ήταν η σημαντικότερη προσωπικότητα της ελληνικής Δεξιάς, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.
Ο Καραμανλής ήταν άνθρωπος των έργων, όχι των λόγων, κι αυτό ήταν το βασικότερο προσόν του. Ηταν όμως και η αχίλλειος πτέρνα του: η αδιαφορία του να δώσει στη Δεξιά ένα νέο ιδεολογικό στίγμα στη θέση αυτού που της αφαίρεσε, πέραν του φιλοδυτικού προσανατολισμού, ήταν το μεγαλύτερο πολιτικό λάθος του. Η ιδεολογική γύμνια φάνηκε ξεκάθαρα ήδη το 1981, όταν το ΠΑΣΟΚ, κόμμα αρχικά σαφώς αριστερότερο της προδικτατορικής Ενωσης Κέντρου, απορρόφησε όλους τους ψηφοφόρους της που είχαν στηρίξει μεταδικτατορικά τον Καραμανλή.
Πώς έγινε αυτό; Ο Ανδρέας Παπανδρέου κέρδισε τους κεντρώους με ένα συγκλονιστικά αποτελεσματικό σύνθημα: «Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά». Το σύνθημα λειτούργησε αόρατα, υποδόρια, πέρα και πίσω από αυτό που φαίνεται να δηλώνει επιφανειακά, ότι δηλαδή ο ελληνικός λαός απεχθάνεται τη Δεξιά. (Αυτό άλλωστε είναι προφανώς ψευδές, αφού ο λαός περιλαμβάνει και τη Δεξιά, και ενίοτε σε μεγάλα ποσοστά: το 1974, ο Καραμανλής είχε εκλεγεί με 54,4 τοις εκατό.) Οχι. Η κρυφή δύναμη του συνθήματος δεν βρίσκεται στις μεγάλες λέξεις, «Λαός» και «Δεξιά», αλλά στο φαινομενικά αθώο «σημαίνει». Η νέα Δεξιά του Καραμανλή ήταν πανδύσκολος αντίπαλος, οπότε ο Ανδρέας ανέστησε και έβαλε στη θέση της την παλιά! Με το σύνθημά του, ο Ανδρέας όρισε το νόημα της έννοιας «Δεξιά» κατά τα γούστα του, διαγράφοντας διαμιάς τα μεταπολιτευτικά επιτεύγματα του Καραμανλή, και υποβάλλοντας την ιδέα ότι η Δεξιά είναι («σημαίνει») αυτό που ήταν προ-δικτατορικά: η Δεξιά της υπακοής στο κελεύσματα του Παλατιού, δηλαδή -στη νέα εκδοχή- των ξένων, η Δεξιά της μισαλλοδοξίας και των διώξεων. Ετσι, το 1981 οι Ελληνες δεν υπερψήφισαν τόσο το (ουσιαστικά άγνωστό τους) ΠΑΣΟΚ, όσο καταψήφισαν ένα βρικόλακα, που ο Ανδρέας τους έπεισε ότι είχε βγει από τον τάφο.
Κι ο μεν Ανδρέας τη δουλειά του έκανε, και την έκανε άριστα. Ομως η Νέα Δημοκρατία τι έχει κάνει, από το 1981, για να αποκτήσει ένα σοβαρό ιδεολογικό πρόσωπο, που θα αναπληρώσει το προδικτατορικό, που ακύρωσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής; Τι έχει κάνει για να δώσει στους Ελληνες μια πειστική ιδεολογική εναλλακτική στα ξοφλημένα μεταδικτατορικά ιδεολογήματα της Αριστεράς; Φοβούμαι τίποτε. Ή, μάλλον, κάτι ακόμη λιγότερο: αντί να προοδεύει, συνεχώς χειροτερεύει. Αντί να δημιουργήσει ένα ουσιαστικό και συνεπές όραμα για τη συντηρητική παράταξη, αναμασά κοινοτοπίες, ωραιοποιεί τα αντικοινωνικά αιτήματα των άθλιων συντεχνιών της, προσπαθεί -και δυστυχώς συχνά τα καταφέρνει- να ξεπερνά σε λαϊκισμό ακόμη και το λεγόμενο «βαθύ ΠΑΣΟΚ».
Το πρόβλημα λοιπόν της σημερινής Δεξιάς δεν είναι αυτό που της δημιούργησε ο Ανδρέας, το 1981, ότι «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει». Το πρόβλημά της είναι ότι έχει ξεχάσει τι σημαίνει, αυτή η ίδια.
* Ο κ. Απόστολος Δοξιάδης είναι συγγραφέας.

Ο βρετανικός "προοδευτικός συντηρητισμός" κι η ελληνική αποιδεολογικοποίηση

(το άρθρο αναφέρεται στη Νέα Δημοκρατία του Κ. Καραμανλή αλλά παραμένει επίκαιρο)
Η βρετανική πολιτική σκηνή, μαζί με άλλους τομείς της συγκεκριμένης κοινωνίας, διακρινόταν παραδοσιακά για την ιδιοτυπία της. Κατά αυτόν τον τρόπο, ενώ κατά την δεκαετία του ‘80 είχαμε στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης την άνοδο σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στην εξουσία, στην Αγγλία είχαμε την γέννηση του Θατσερισμού και την απόλυτη κυριαρχία των συντηρητικών Tories. Ετσι, κι ενώ περί τα μέσα της δεκαετίας του ‘90 άρχιζε η ανάκαμψη της ευρωπαικής κεντροδεξιάς, στην Γηραιά Αλβιώνα θριάμβευε ο «τρίτος δρόμος» της σοσιαλδημοκρατίας, με πνευματικό πατέρα του τον Giddens και μπροστάρη τον Blair. Τα παραπάνω δεν υποννοούν καμία απολύτως ντετερμινιστική προσέγγιση, απλά είναι αδύνατον να διαφύγουν της προσοχής όποιου παρακολουθεί τον τελευταίο κυρίως χρόνο την αλματώδη άνοδο των υπό τον David Cameron βρετανών Συντηρητικών, εν μέσω μίας σημαντικής παγκόσμιας στροφής των κοινωνιών σε κεντροαριστερά πολιτικά σχήματα.


Σαφέστατα, τίποτα στην πολιτική δεν είναι τυχαίο. Μετά από την επί 18 συναπτά έτη παραμονή τους στην εξουσία (1979-1997), οι Tories είχαν περιέλθει σε σημείο τέτοιο από το οποίο πολύ σπάνια πολιτικός σχηματισμός δύναται να ανανήψει. Και πράγματι για πολλά χρόνια η κυριαρχία των Εργατικών ήταν αδιαμφισβήτητη κι οι Συντηρητικοί βρίσκονταν μεταξύ σφύρας κι άκμονος –συνεχείς αλλαγές ηγεσίας, συρρίκνωση εκλογικής επιρροής, απώλεια ακόμα και παραδοσιακών ομάδων υποστηρικτών τους. Κι όμως. Πάνε μόλις τρία χρόνια από την στιγμή που ανέλαβε την αρχηγία του κόμματος ο νεόκοπος David Cameron και το όλο σκηνικό έχει ανατραπεί πλήρως. Σίγουρα σε αυτήν την ανατροπή έχει συμβάλει κι η παταγώδης απότυχια των Εργατικών να διαχειριστούν καυτά θέματα υψίστης σημασίας καθώς κι η ανικανότητα του Gordon Brown να εμπνεύσει και να πείσει οτι μπορεί να δώσει νέα πνοή στο κόμμα του και πολύ περισσότερο στην κοινωνία. Παρ’όλα αυτά, η διαφορά στις δημοσκοπήσεις –προσεγγίζει το 20%- είναι υπερβολικά ευμεγέθης για να αποδωθεί κυρίως στην ανικανότητα του Εργατικού κόμματος και της ηγεσίας του.



Αντιθέτως, η εντυπωσιακή αυτή πορεία των Tories προς τις εκλογές του επόμενου έτους, οφείλεται κατά κύριο λόγο στην εντυπωσιακή και σε σημεία ριζοσπαστική ατζέντα διακυβέρνησης της χώρας που έχει παρουσιάσει ο Cameron και οι συνεργάτες του. Το ιδεολογικό περιεχόμενό της έχει περιγραφεί από τον ίδιο με τον κάπως παράταιρο τίτλο «προοδευτικός συντηρητισμός» (“progressive conservatism”). Κι αν όντως με μία πρώτη ματιά η αντίδραση μπορεί να είναι κάπως επιφυλακτική όσ’ον αφορά την πρακτική εφαρμογή ενός προγράμματος που φέρει αυτό τον κάπως παράδοξο τίτλο, μία βαθύτερη μελέτη των προτάσεων του προγράμματος διακυβέρνησης δικαιώνει απόλυτα την χρησιμοποίηση του επιθέτου «προοδευτικός» για τον προοσδιορισμό της κατεύθυνσης που ακολουθεί αυτό.



Διότι, πώς αλλιώς παρά προοδευτική μπορεί να χαρακτηριστεί η πολιτική ενός από τα πιο παραδοσιακά συντηρητικά κόμματα της Ευρώπης, όταν αναφέρει ως βασικούς της στόχους, την δημιουργία μίας κοινωνίας η οποία θα είναι δίκαιη, πιο πράσινη, θα προσφέρει ίσες ευκαιρίες σε όλους τους πολίτες της και θα είναι πιο ασφαλής. Το όραμα των Tories για την Βρετανία του 21ου αιώνα περιέχει προτάσεις για όλο το φάσμα των πολιτικών θεμάτων οι οποίες είναι ρηξικέλευθες όχι μόνο για ένα κόμμα συντηρητικό αλλά και για οποιοδήποτε εκπρόσωπο του πολιτικού φάσματος.



Πιο συγκεκριμένα, δίνεται ιδιαίτερη βάση στον ρόλο της εκπαίδευσης για την επίτευξη του στόχου των ίσων ευκαιριών σε όλους τους πολίτες, προωθώντας την αύξηση του ανταγωνισμού στην μέση εκπαίδευση και την ισχυροποίση του ρόλου των καθηγητών στα σχολεία. Προς αυτήν την κατεύθυνση κινείται κι η προώθηση του θεσμού της οικογένειας –ενός θεσμού που έχει πάψει πια να αποτελεί συνεκτικό ιστό της βρετανικής κι όχι μόνο κοινωνίας- ως κεντρικού πυλώνα για το κτίσιμο μιας κοινωνίας με πιο ισχυρούς δεσμούς μεταξύ των μελών της και με αυξημένο το αίσθημα της συλλογικότητας αλλά και της ατομικής ευθύνης.



Παράλληλα, προωθείται αύξηση της αποκέντρωσης της λήψης αποφάσεων και των γενικότερων αρμοδιοτήτων της τοπικής αυτοδιοίκησης και των τοπικών κοινωνιών, η οποία ταυτόχρονα με τον ενισχυμένο ρόλο του εθελοντισμού και των αντίστοιχων οργανώσεων, στοχεύει στην ενίσχυση της ενεργού συμμετοχής των απλών πολιτών στην πολιτική. Επίσης μεγάλη βάση δίνεται και στην ανάγκη ανάπτυξης μίας «πράσινης οικονομίας», με την δημιουργία μεγάλου αριθμού αντιστοίχων θέσεων εργασίας και την ενίσχυση πολιτικών για την προώθηση χρήσης εναλλακτικών μορφών ενέργειας.



Τα παραδείγματα προοδευτικών προτάσεων που μπορούν να αντληθούν από την ατζέντα των Tories είναι αναρίθμητα. Ο Cameron όμως δεν έμεινε μόνο στην ανανέωση του ιδεολογικής ταυτότητας του κόμματός του. Προχώρησε και σε εκτεταμένες αλλαγές προσώπων, αναδεικνύοντας στην πολιτική σκήνη σε πρωταγωνιστικούς ρόλους μεγάλο αριθμό νέων –όχι απαραίτητα σε ηλικία αλλά κυρίως σε ιδέες- πολιτικών, μεγάλο μέρος των οποίων αποτελεί και το μονίμως μειοψηφικό γυναικείο φύλο. Κατά αυτόν τον τρόπο προσέδωσε στο κόμμα του μία τελείως διαφορετική εικόνα και μία αύρα η οποία δεν περιορίζεται σε ένα καλογυαλισμένο περίβλημα, αλλά στηρίζεται σε ένα στιβαρό σύνολο προτάσεων για το άμεσο και μακροπρόθεσμο μέλλον της βρετανικής κοινωνίας.



Στην χώρα μας, το κόμμα το οποίο δραστηριοποιείται στην ίδια πολιτική «γειτονιά» με τους βρετανούς συντηρητικούς, είναι η κυβερνώσα Νέα Δημοκρατία. Ως κομματικός σχηματισμός της ευρύτερης κεντροδεξιάς, ποτέ του ουσιαστικά δεν είχε μία ξεκάθαρη ιδεολογική ταυτότητα. Ξεκίνησε με τον ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό (καραμανλισμό στην ουσία), για να περάσει σε πιο φιλελεύθερα κατατόπια επί προεδρίας Μητσοτάκη, μέχρι να κάνει την νεοκαραμανλική στροφή στον μεσαίο χώρο και στην ουσιαστική αποιδεολογικοποιήση. Κι αυτό καθώς στην σημερινή κυβέρνηση συμβιώνουν παλαιάς κοπής πολιτικοί της λαικής δεξιάς με -τουλάχιστον κατ’όνομα- φιλελεύθερους εκσυγχρονιστές, παράγοντας κι αμφίσημης κατεύθυνσης κυβερνητικό έργο, χωρίς ξεκάθαρες στοχεύσεις και μακροπρόθεσμο πλάνο.



Αναμφίβολα, ο Κώστας Καραμανλής θα είχε πολλά να διδαχθεί από τον τρόπο με τον οποίο ανανεώθηκαν εκ βάθρων κι άκρως επιτυχημένα οι βρετανοί συγγενείς της Νέας Δημοκρατίας. Κι αναντίρρητα, προτάσσοντας μία ανάλογη και φυσικά προσαμοσμένη στα δεδομένα της χώρας μας ατζέντα, θα συμβάλει τα μέγιστα τόσο στην ιδεολογική και πολιτική αναστήλωση του κόμματός του, όσο και στην πορεία ανανέωσης της χώρας, που πλέον αποτελεί επιτακτική ανάγκη για το μέλλον της.

Old Whig

Δευτέρα 5 Αυγούστου 2013

Δεξιά κατά Φιλελευθερισμού



του Χρήστου Χαρίτου / Ελληνικές Γραμμές

Στην Ελλάδα ο Φιλελευθερισμός θεωρείται μέρος της Δεξιάς. Για αυτό και η Νέα Δημοκρατία αυτοαναγορεύθηκε ως «η μεγάλη φιλελεύθερη παράταξη», έστω και αν τόσο το «Λαϊκό Κόμμα», όσο και ο «Ελληνικός Συναγερμός» με την ΕΡΕ, δεν είχαν και πολλά κοινά με τον Φιλελευθερισμό. Αν και η Δεξιά ενστερνίζεται την υπεροχή της ελευθέρας οικονομίας έναντι του κρατισμού, σε ιδεολογικό και αξιακό επίπεδο βρίσκεται σε οξεία αντίθεση με τον Φιλελευθερισμό.
Αυτή η συζήτηση δεν είναι ακαδημαϊκού περιεχομένου. Αντιθέτως, αφορά την συγκρότηση του ιδεολογικού και πολιτικού λόγου της ελληνικής Δεξιάς και το πως αυτός ο λόγος ανταποκρίνεται στα μεγάλα εθνικά και κοινωνικά διακυβεύματα. Για αυτό έχει αξία να αποσαφηνίσουμε τις διαφορές τους.
Ιδεολογικές αφετηρίες

Η Δεξιά πιστεύει στην αξία του έθνους, τόσο σε ατομικό επίπεδο, ως νοηματοδότηση της ανθρώπινης προσωπικότητας, αλλά και στην υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας, σε συλλογικό επίπεδο. Η εθνική συλλογικότητα προηγείται του ατομικού συμφέροντος.
Ο Φιλελευθερισμός προτάσσει τα «ατομικά δικαιώματα», τα λογίζει ως «φυσικά», καθώς ακολουθούν τον άνθρωπο από την γέννησή του. Αυτά τα δικαιώματα είναι αυστηρώς εξατομικευμένα, έξω από κάθε εθνικό και πολιτιστικό πλαίσιο και δεν υπόκεινται σε περιορισμούς.
Η Δεξιά σέβεται τα ατομικά δικαιώματα, διότι είναι δημοκρατική, αλλά δεν τα απολυτοποιεί, σε βαθμό που να υπονομεύει τα συλλογικά δικαιώματα της πλειοψηφίας. Ας το δούμε με κάποια παραδείγματα. Είναι δικαίωμα ενός ανθρώπου να είναι άθεος. Η Δεξιά σέβεται το ατομικό δικαίωμα στην αθεΐα. Ταυτοχρόνως όμως, η Δεξιά σέβεται το συλλογικό δικαίωμα του ελληνικού λαού να πιστεύει στον Θεό και για αυτό υπερασπίζεται την συναλληλία της Ελληνικής Πολιτείας με την Ελλαδική Εκκλησία και τάσσεται κατά του χωρισμού τους. Ο σεβασμός στο ατομικό δικαίωμα της αθεΐας, δεν μπορεί να καταστρατηγήσει την εκπεφρασμένη βούληση του ελληνικού λαού να θεωρεί τα θρησκευτικά του πιστεύω συνυφασμένα με τις λειτουργίες του Ελληνικού κράτους.
Άλλο παράδειγμα. Είναι δικαίωμα ενός ανθρώπου να πιστεύει στην αξία του έθνους ή όχι. Αν θέλει κάποιος να πιστεύει ότι το έθνος είναι δημιούργημα της αστικής τάξεως και αποτελεί εργαλείο εξαπατήσεως των προλετάριων, ας το πιστεύει. Η Δεξιά σε ένα κράτος δικαίου θα υπερασπισθεί τα ατομικά του πιστεύω. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα δώσουμε σε αυτό τον άνθρωπο την δυνατότητα να γράψει τα βιβλία ιστορίας της Ελληνικής εκπαιδεύσεως, ούτε θα τον διορίσουμε στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Διότι οι ιδέες του είναι ψευδείς και αντεπιστημονικές και δεν συνάδουνμε τον εθνικό χαρακτήρα που οφείλει να έχει η εκπαίδευση των Ελλήνων.
Η Δεξιά μπορεί να συνδυάζει τον σεβασμό των ατομικών δικαιωμάτων με τον προτεραιότητα των συλλογικών δικαιωμάτων. Διότι είναι αναφαίρετο δικαίωμα ενός λαού να υπερασπίζεται την συλλογική του ταυτότητα, να θέλει αυτή να εκφράζεται στις λειτουργίες του κράτους και να έχει δεσπόζουσα θέση στην δημόσια σφαίρα της ζωής μας.
Και εδώ πιστεύω ότι φανερώνεται και μία ανακολουθία της φιλελεύθερης ιδεολογίας, που ενώ μιλάει για ατομικά δικαιώματα, δεν αναγνωρίζει συλλογικά δικαιώματα. Και αυτό συμβαίνει, διότι για τον Φιλελευθερισμό ο κόσμος περιορίζεται στο άτομο, ενώ αποκρύπτει τελείως την «κοινοτική» διάσταση του ανθρώπου, η οποία εν τέλει δίνει νόημα στην ύπαρξή του. Διότι ο άνθρωπος κοινωνικοποιείται εντός της πατρίδος του και του πολιτισμού του, για αυτό και δεν υπάρχει «πολίτης του κόσμου», πέραν ίσως από κάποιους κοσμοπολίτες αστούς και μαρξιστές.
Πολιτικές αρχές
Η Δεξιά πιστεύει στην προτεραιότητα της εθνικής ανεξαρτησίας και στην εμπέδωση των εθνικών αξιών στην κοινωνία. Το κράτος πρέπει να είναι εθνικό, εγγυητής της εθνικής κυριαρχίας και δημοκρατικά νομιμοποιημένο από τον λαό. Δεν πιστεύουμε σε ένα ουδέτερο-άχρωμο κράτος, που περιορίζεται απλώς στην εφαρμογή των νόμων και απεμπολάει την εθνική του αποστολή. Το κράτος αποτελεί την βούληση της εθνικής κοινωνίας και λογοδοτεί σε αυτή.
Ο Φιλελευθερισμός αντιθέτως, εστιάζεται μόνο στην διασφάλιση των ατομικών δικαιωμάτων. Για τον Φιλελευθερισμό, το κράτος βρίσκεται υπεράνω του έθνους και της συλλογικής θελήσεως. Για αυτό βλέπουμε σήμερα και όλη αυτή την λαγνεία για την καταχρηστική «προστασία» κάθε είδους μειονοτήτων.
Επειδή ένα παιδί άθεων γονέων δεν μπορούσε να βλέπει τον Εσταυρωμένο να «υποφέρει», όπως είπε, στον τοίχο του σχολείου του στην Βαυαρία, έφθασε να συζητά το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας την αποκαθήλωση του Εσταυρωμένου από όλα τα δημόσια σχολεία!
Επειδή κάποιος αριστεριστής γονέας δεν ήθελε το παιδί του να παρελάσει σε μία εθνική επέτειο, έγινε θέμα συζητήσεως, αν θα πρέπει να πραγματοποιούνται μαθητικές παρελάσεις. Επειδή ο γάμος είναι απλώς μία «νομική σύμβαση», άνευ ιερού χαρακτήρα και αποκομμένη από την δημιουργία οικογένειας, θέλουν να επιβάλουν τον γάμο των ομοφυλοφίλων. Ο Φιλελευθερισμός υπονομεύει στην πράξη τα συλλογικά δικαιώματα της πλειοψηφίας και αποκτά πρόδηλα αντιδημοκρατικά χαρακτηριστικά. Αλλιώς ξεκίνησε και αλλού καταλήγει.
Το μέλλον
Αυτή η διάσταση της Εθνικής Δεξιάς με τον Φιλελευθερισμό είναι δύσκολο να γεφυρωθεί. Αποδεικνύεται ότι ο Φιλελευθερισμός, ιδεολογικώς, βρίσκεται εγγύτερα στην Αριστερά, απ’ ότι στην Δεξιά. Η Δεξιά συνεχίζει να υπερασπίζεται τις εθνικές αξίες και ο Φιλελευθερισμός προτάσσει τις ατομικιστικές του παραδοχές, που τον φέρνουν σε αντιπαράθεση με τον εθνικό χαρακτήρα του κράτους και της κοινωνίας και ουρά πολλές φορές των επιδιώξεων της Αριστεράς.
Αυτό που προκαλεί ανησυχία όμως, είναι ότι ο Φιλελευθερισμός αντιμάχεται πλέον ανοικτά το δημοκρατικό δικαίωμα της κοινωνίας να αυτοπροσδιορίζεται συλλογικά και εν ονόματι μάλιστα της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων, λειτουργεί καταπιεστικά στην πλειοψηφία!
Δεν είναι τυχαίο, ότι το τελευταίο κεφάλαιο του κλασικού βιβλίου του Χάγιεκ «Το Σύνταγμα της Ελευθερίας», η βίβλος του Φιλελευθερισμού, τιτλοφορείται «Γιατί δεν είμαι συντηρητικός». Για να δικαιωθεί ο μεγάλος δεξιός πολιτειολόγος Καρλ Σμίττ, ο οποίος από το 1920 διαχώριζε την Δημοκρατία και την Δεξιά από τον Φιλελευθερισμό.

Κυριακή 4 Αυγούστου 2013

Ποιος τροφοδοτεί την Χρυσή Αυγή;



Χρήστος Μπόκας / Πρώτο Θέμα

Η εκκωφαντική απουσία της  παραδοσιακής Δεξιάς και της γνήσιας Αριστεράς «πριμοδοτεί» την Χρυσή Αυγή. Όσο το παραδοσιακό πολιτικό σύστημα αδυνατεί να επαναφέρει ένα συμπαγές και ουσιαστικό αξιακό σύστημα και με βάση αυτό να απευθυνθεί στον λαό για την αντιμετώπιση της κρίσης, τόσο το κόμμα του κ. Νίκου Μιχαλολιάκου θα κερδίζει .

Η Χ.Α. υιοθετώντας μια σπονδυλωτή στρατηγική, που περιλαμβάνει λαϊκίστικες κορώνες και ιμιτασιόν ακτιβισμό, στηρίζεται όμως  σε ακραίο μεν, ξεκάθαρο δε, αξιακό μοντέλο, καταφέρνει σημαντικά πλήγματα στις παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις και αποκτά όλο και περισσότερα ερείσματα σε όλα τα κοινωνικά στρώματα.

Η επιρροή της μάλιστα γίνεται ανεμπόδιστα καθώς τα υπόλοιπα  κόμματα, και η κυβέρνηση, αποφεύγουν να την αντιμετωπίσουν ουσιαστικά και προτιμούν να αναπαράγουν καταγγελιτικές κραυγές και επιφανειακές καταδίκες. Με τον τρόπο αυτό επιλέγουν να απευθυνθούν σε συγκεκριμένο κοινό, σε εκείνους που καταδικάζουν  την Χ.Α. και όχι σε όσους έχουν ήδη ενταχθεί στο άρμα της ή σε αυτούς που ετοιμάζονται γι αυτό.

Σε κάθε περίπτωση, εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι η τακτική τους δεν ανακόπτει την άνοδο του ακροδεξιού μορφώματος, αντιθέτως την επιταχύνει. Πιο συγκεκριμένα, το πλιάτσικο της Χ.Α. από τα δεξιά γίνεται με την επαναφορά των βασικών αρχών της συντηρητικής παράταξης: «Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια». Ένα αξιακό τρίπτυχο που για διαφορετικούς λόγους κάθε φορά, ο βασικός του «ιδιοκτήτης», η ΝΔ, όχι μόνο το έχει εγκαταλείψει αλλά έδειχνε να ντρέπεται γι αυτό. Το επανέφερε η Χ.Α., με τον δικό της τρόπο και φαίνεται να λειτουργεί καθώς, μπορεί να «φόβισε» το αριστερό ακροατήριο, ενθουσίασε όμως το δεξιό. Ορισμένοι από την ΝΔ φαίνεται ότι το έχουν αντιληφθεί.

Όμως σπασμωδικές κινήσεις, όπως η αναφορά του κ. Μάκη Βορίδη στους Παναγιώτη Κανελλόπουλο και Ευάγγελο Αβέρωφ δεν αρκούν.  Σε κάθε περίπτωση όσο η κυρίαρχη πολιτικά δύναμη του δεξιού χώρου αδυνατεί να επανακαθορίσει το όραμά της πάνω στις βασικές αξίες του συντηρητικού ακροατηρίου τόσο η Χ.Α.  θα την φθείρει.  Εκτός αυτού, κραυγαλέα είναι και η ιδεολογική απουσία της Αριστεράς.

Με τον τρόπο αυτό όταν μια τουρκική φρεγάτα φτάνει στο Σούνιο, οι αρμόδιοι της Κουμουνδούρου ζητούν να μην βάζουμε εμπόδια στις κρουαζιέρες! Ακόμα χειρότερα όταν πριν από μερικά χρόνια, σε ανύποπτες εποχές, οι λιγοστοί αλλά προοδευτικοί καταστηματάρχες και κάτοικοι του κέντρου της Αθήνας ζήτησαν βοήθεια πρώτα από αυτούς για την κατάσταση με τους μετανάστες, τους γυρνούσαν την πλάτη και τους αποκαλούσαν «ξενοφοβικούς»! Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι, συσσίτια σε χιλιάδες ανθρώπους εξαθλιωμένους, σε συμπολίτες μας που από την μια στιγμή στην άλλη βρέθηκαν από τα διαμερίσματά τους στο δρόμο δίνει καθημερινά  ο Δήμος Αθηναίων. Παρά ταύτα ο κ. Γιώργος Καμίνης αντί να προβάλει το τεράστιο έργο του δήμου του επιλέγει ανούσια αντιπαράθεση και επίδειξη πυγμής. Τακτική η οποία απέτυχε εκ του αποτελέσματος.

Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013

Η Δύση αντεπιτίθεται



Πάσχος Μανδραβέλης / ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Τον Ιούλιο του 1942 η αφρόκρεμα της ιαπωνικής διανόησης συγκεντρώθηκε στο Κιότο για ένα συνέδριο που είχε στόχο την καταδίκη των βλαβερών συνεπειών του δυτικού πολιτισμού και την ανάδειξη του μεγαλείου αυτού που ονομαζόταν «ανατολικό πνεύμα». Οσα ειπώθηκαν εκεί παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον διότι επαναλαμβάνονται κατά καιρούς, ακόμη και σήμερα. Κάποιοι υποστήριξαν ότι ο «εκδυτικισμός της Ιαπωνίας έμοιαζε με επιδημία που είχε προσβάλει την ιαπωνική ψυχή... Η βλαβερή εξειδίκευση της γνώσης είχε θρυμματίσει την ολότητα του ανατολικού πολιτισμού». Ολοι συμφώνησαν ότι η ιαπωνική παράδοση και κουλτούρα «διαθέτει πνευματικότητα και βάθος, ενώ η σύγχρονη ευρωπαϊκή πολιτισμική πραγματικότητα ήταν κίβδηλη... Η Δύση, ιδίως στις ΗΠΑ, είναι παγερά μηχανιστική. Μόνο η ολιστική και παραδοσιακή Ανατολή, ενωμένη από την θεία ιαπωνική αυτοκρατορική τάξη, θα μπορούσε να αποκαταστήσει την πνευματική υγεία μιας οργανικής κοινότητας». Κατά συνέπεια «ο πόλεμος ενάντια στη Δύση ήταν ένα πόλεμος ενάντια στον “φαρμακερό υλιστικό πολιτισμό” που εδραιώνεται στη χρηματοοικονομική καπιταλιστική ισχύ των εβραίων».
Θυμίζουν κάτι όλα αυτά; Η ίδια κριτική δεν γίνεται στις μαντράσες του Πακιστάν και στις εκκλησίες εδώ; Στο ίδιο μεταφυσικό δόγμα δεν στηρίζεται μια σειρά θεωριών για τους χαμένους κοινοτικούς παραδείσους του παρελθόντος; Δεν είναι για πολλούς, ο υλιστικός δυτικός πολιτισμός, αυτός που αλλοτριώνει τον άνθρωπο και τον κάνει δυστυχισμένο; Δεν είναι το ελληνοχριστιανικό πνεύμα, η ρώσικη ψυχή, το θεϊκό ήθος του Ισλάμ που θα μας σώσει από τα δεινά που έφερε ο δυτικός τρόπος ζωής;
Το περίεργο είναι ότι και αυτή η μεταφυσική κριτική του δυτικού πολιτισμού, δυτική είναι. Οπως δείχνουν, οι Ian Buruma και Avishai Margalit στο βιβλίο τους «Δυτικισμός. Η Δύση στα μάτια των άλλων» αυτή η κριτική ξεκινάει από το κίνημα του ρομαντισμού, αυτού που ο μεγάλος φιλόσοφος Isaiah Berlin το ενέτασσε στο κίνημα του αντιδιαφωτισμού. Σύμφωνα με τους δύο καθηγητές «το ρομαντικό σχήμα χρησιμοποιεί τις θρησκευτικές φάσεις: την αθωότητα, την πτώση και τη λύτρωση». Η αθωότητα υπάρχει πάντα στο παρελθόν, τώρα ζούμε την πτώση (με τον «πλήρη κατακερματισμό της ανθρώπινης ύπαρξης», τον «χυδαίο καταναλωτισμό», τον «υλισμό που πνίγει την πνευματικότητα») και η λύτρωση θα έρθει με την καταστροφή του δυτικού πολιτισμού που είναι φορέας όλων αυτών των ασθενειών.

Αυτή είναι η κοινή συνιστώσα κάθε έκφρασης του ρομαντικού ανορθολογισμού. Θρησκευτικού και κοσμικού. «Οπισθεν ολοταχώς» διακήρυττε ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, τη χαμένη ενότητα Θεού κι ανθρώπων επιχείρησαν να αποκαταστήσουν οι Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν, «οδυνηρά όμορφο» ονόμαζε τον κόσμο του 1800 ο οικολόγος Τζέιμς Λάβλοκ –τότε που υπήρχε η ενότητα των ανθρώπων με την Γαία. Το αστείο είναι ότι η θεωρία της Γαίας ως ζωντανού οργανισμού, που ανέπτυξε ο Λάβλοκ, δεν είναι καινούργια. Στο έργο του «Φιλοσοφία της Φύσης» (1797) ο Γερμανός ρομαντικός Φρίντριχ Σέλινγκ περιγράφει το σύμπαν ως ζωντανό οργανισμό που συμπεριφέρεται με συγκεκριμένη στοχοθεσία. Μπορούμε να μαντέψουμε ποιος είναι το ενοχλητικό τσιμπούρι σ’ αυτόν τον ζωντανό οργανισμό που ονομάζεται σύμπαν ή Γαία. Φυσικά ο δυτικός άνθρωπος, ο οποίος θέλει να τιθασεύσει προς όφελός του τη φύση, να την εκτρέψει από τη συγκεκριμένη στόχευση, με αποτέλεσμα κάποια στιγμή στο άμεσο μέλλον να αντιμετωπίσει τη νέμεση.

Κατά τους Buruma και Margalit το «δυτικιστικό» λεξιλόγιο παραμένει αναλλοίωτο από την εποχή του ρομαντισμού για να προσδιορίσει το καλό και το κακό. Το «οργανικό» είναι η καλή λέξη και το «μηχανικό» είναι η κακή λέξη. «Το οργανικό πνεύμα επιτρέπει στα άτομα να γίνουν ένα με τον εαυτό τους, ένα με τους άλλους (την κοινότητα), ένα με τη φύση ή ένα με τον Θεό» (διαλέγετε και παίρνετε, ανάλογα με τις εκφάνσεις του αντιδιαφωτισμού).

«Υπήρξε η κοινή ρομαντική εκδοχή ότι η υπερβολική δόση ορθολογισμού προκαλούσε την τελική αποσάθρωση αυτού που κάποτε ήταν ο ζωτικός οργανισμός της Δύσης. Ο ρασιοναλισμός θεωρείται δυτική ασθένεια: εξυπνάδα δίχως σοφία» (η σοφία θεωρείται χαρακτηριστικό όλων των προηγούμενων πολιτισμών). Κατά τους ρομαντικούς κάθε εποχής και δόγματος «το δυτικό πνεύμα μπορεί να κατακτήσει την οικονομική επιτυχία και να αναπτύξει οποιαδήποτε προηγμένη τεχνολογία, αλλά δεν είναι ικανό να προσεγγίσει το υψηλότερο νόημα της ζωής, γιατί στερείται πνευματικότητας και διακρίνεται από την αδυναμία του να κατανοήσει τον ανθρώπινο πόνο». Εκτός, δηλαδή, από τον «ανάλγητο νεοφιλελευθερισμό» έχουμε και τον «ανάλγητο διαφωτισμό».
Η αλήθεια είναι ότι η Δύση και ο πολιτισμός της έχει κατηγορηθεί για τα πάντα. Ακόμη και για την καταστροφή του πλανήτη (που θα έρθει). Εχει κατηγορηθεί για τη δουλεία, για την αποικιοκρατία, για τον ολοκληρωτισμό, για την περιβαλλοντική καταστροφή, για τη φτώχεια, αλλά και για τον πλούτο.

Η αλήθεια όμως επίσης είναι ότι η κριτική αυτή γίνεται με δυτικούς όρους. Οι θεωρίες αμφισβήτησης του δυτικού πολιτισμού γεννήθηκαν και φούντωσαν στη Δύση πριν μεταφυτευθούν σε άλλους πολιτισμούς για να πάρουν εκεί τα ιδιαίτερα, αλλά επιφανειακά τους χαρακτηριστικά. Δουλεία, για παράδειγμα, ανέπτυξαν όλες οι προ της βιομηχανικής επανάστασης κοινωνίες του κόσμου. Θεωρία κατά της δουλείας μόνο στη Δύση αναπτύχθηκε. Εκμετάλλευση υπήρχε και υπάρχει σε όλες τις κοινωνίες. Η πολεμική κατά της εκμετάλλευσης ξεκίνησε και άνθησε στη Δύση.

Το θετικό είναι ότι απέναντι σε όλη αυτήν την κριτική, άρχισε να αναπτύσσεται στη Δύση ένα άλλο πνευματικό ρεύμα που θα μπορούσε να έχει τον τίτλο «ώς εδώ». Δεν αποσιωπά τα προβλήματα, τα λάθη ή τα εγκλήματα της Δύσης, αλλά δεν αποσιωπά επίσης ότι ο δυτικός πολιτισμός υπήρξε ο πιο ευεργετικός πολιτισμός για τον άνθρωπο. Απελευθέρωσε λαούς από χρόνιες τυραννίες, διεύρυνε το προσδόκιμο ζωής, βελτίωσε την υλική ευημερία (ακόμη και στον Τρίτο Κόσμο), έδωσε στο ανθρώπινο ον υπόσταση. Είναι ο πολιτισμός που κρίνει αυστηρά –και κάποιες φορές άδικα– τον εαυτό του. Οχι με μεταφυσικά κριτήρια της θρυλούμενης «ενότητας του ανθρώπου με τη φύση, την κοινότητα, τον Θεό». (Αλήθεια πότε υπήρξε αυτή; Οταν λιθοβολούσαν τις μοιχούς, θανάτωναν τους υβριστές της εξουσίας, ή είχαν τα παιδιά και τις γυναίκες υποζύγια;) Αντιθέτως κρίνει τον εαυτό του με πραγματικούς όρους. Οι ανισότητες εντός των κοινωνιών ή διεθνικά είναι αντικείμενο μεγάλης συζήτησης εντός της Δύσης, αλλά μπορεί να γίνει: δεν συγκρίνει την άμετρο ευτυχία των παρελθόντων ανθρώπων, μετράει και κρίνει υπαρκτές παραμέτρους: σήμερα πεθαίνουν 61 παιδιά του Τρίτου Κόσμου στα χίλια, ενώ στη Δύση το ποσοστό αυτό είναι 5 τοις χιλίοις.

Eίναι δίκαιος, ελεύθερος, καλός ο δυτικός πολιτισμός; Οχι. Aλλά είναι το πιο δίκαιος, το πιο ελεύθερος και το πιο καλός απ’ όσους γνώρισε μέχρι σήμερα ο κόσμος. (Προσοχή! όχι σε σχέση με όσα ονειρευτήκαμε ή θελήσαμε να χτίσουμε, αλλά σε σχέση με όσα ζήσαμε και μπορούμε να συγκρίνουμε.) Εχει δε και τους μηχανισμούς να γίνει ακόμη πιο δίκαιος, ακόμη πιο ελεύθερος, ακόμη πιο καλός. Δεν τα καταφέρνει πάντα, αλλά ο αγώνας συνεχίζεται, και κυρίως: ο αγώνας επιτρέπεται.
Τα «φαιοκόκκινα μέτωπα»
«Ενα από τα πλέον περίεργα φαινόμενα της σύγχρονης περιόδου», γράφει στη «Γοητεία του Ανορθολογισμού», ο Richard Wolin, «είναι αναμφίβολα το γεγονός ότι η κληρονομιά του Διαφωτισμού δέχεται επιθέσεις όχι μόνο από τους συνήθεις υπόπτους της πολιτικής Δεξιάς, αλλά και από εκπροσώπους της ακαδημαϊκής Αριστεράς». Αυτό βέβαια δεν είναι νέο, ούτε περίεργο. «Η επιθυμία για υπέρβαση του δυτικού νεωτερισμού κατά τη δεκαετία του ’30 στην Ιαπωνία», αναφέρουν οι Buruma και Margalit, «υπήρξε έντονη τόσο στους κύκλους των μαρξιστών διανοουμένων, όσο και στους κύκλους των δεξιών σοβινιστών».
Με δεδομένο ότι η Αριστερά αποτελεί μια έκφραση του Διαφωτισμού το παράδοξο αυτό μόνο με ψυχολογικούς όρους μπορεί να ερμηνευτεί. Οποτε η Ιστορία δεν τους κάνει τη χάρη να κινηθεί στην τροχιά που κάποιοι προφητεύουν δεν αμφισβητούν το εποικοδόμημα της σκέψης τους, αλλά τα θεμέλια με αποτέλεσμα να υποκύπτουν στη «γοητεία του ανορθολογισμού».
Ιnfo
- Ian Buruma, Avishai Margalit «Δυτικισμός. Η Δύση στα μάτια των άλλων», εκδ. «Κριτική».
- Πασκάλ Μπρικνέρ «Η τυραννία της μεταμέλειας. Δοκίμιο πάνω στον δυτικό πολιτισμό», εκδ. Αστάρτη.
- Οριάνα Φαλάτσι «Οργή και περηφάνια», εκδ. Γκοβόστη.
- Richard Wolin, «Η γοητεία του ανορθολογισμού. Το ειδύλλιο της διανόησης με τον φασισμό. Από τον Νίτσε στον Μεταμοντερνισμό», εκδ. Πόλις

Κυριακή 21 Ιουλίου 2013

Η Ευρώπη μετατράπηκε σε αυτοκρατορία" / του Βίκτορα Ορμπάν









O Βίκτωρ Ορμπάν (Victor Orbán, VO) συνεχίζει να προκαλεί συζητήσεις. Στα 50 του, ο Ούγγρος πρωθυπουργός εκνευρίζει, αλλά και συναρπάζει. Είναι ταυτόχρονα φιλελεύθερος, αλλά και αυταρχικός. Υπερασπιστής των κοινωνικών κατακτήσεων, φορολογεί τις ξένες πολυεθνικές επιχειρήσεις, αλλάζει κάθε τόσο το σύνταγμα της χώρας του, αναφέρεται ακατάπαυστα στις χριστιανικές ρίζες της χιλιόχρονης ουγγρικής ιστορίας, αποδίδει την ουγγρική υπηκοότητα στα πάνω από τρία εκατομμύρια Ούγγρους που ζουν στις γειτονικές του χώρες, νομοθετεί καθ' υπερβολή, αντιμάχεται την κομμουνιστική παράδοση και κλιμακώνει την προσωπική του επικυριαρχία στη χώρα του. Κι όλα αυτά με τυμπανοκρουσίες, προκαλώντας ευθέως την ευρωπαϊκή αριστερά. Εξηγείται στο «λ' εξπρές», με κάθε ειλικρίνεια...



Κριστιάν Μακαριάν (Christian Makarian, CM)



«Παλιά η πολιτική ήταν πολύ απλή υπόθεση: απλά αντέγραφες τη δυτική Ευρώπη. Σήμερα όμως, κάτι τέτοιο το μόνο που δείχνει είναι πνευματική οκνηρία, καθώς δεν λύνει κανένα από τα προβλήματά μας»



CM: Ορισμένοι σας αποκαλούν «βικτάτορα» κι άλλοι σας παρομοιάζουν με τον Πούτιν (Putin), τον Τσάβες (Chávez), τον Τσαουσέσκου (Ceaușescu), ακόμα και τον Μουσολίνι (Mussolini). Πώς διαχειρίζεστε τόση αντιπάθεια;




VO: Ελπίζω κάποια μέρα να αποκτήσω καλύτερα παρατσούκλια. Όσο για την αντιπάθεια, την έχω συνηθίσει πια. Θυμάμαι το 1988, όταν δημιούργησα το κίνημά μου, τη «συμμαχία νέων δημοκρατών» (FIDESZ), που αργότερα μετασχηματίστηκε στη σημερινή «FIDESZ-ουγγρική ένωση πολιτών». Ως επικεφαλής ενός κινήματος που ήταν σφόδρα αντικομουνιστικό, σε μια εποχή που η κυβέρνηση ήταν φερέφωνο της Σοβιετικής Ένωσης, χρειάστηκε να αντιμετωπίσω πολύ σφοδρότερες επιθέσεις. Το να είμαι αντιπαθής είναι η μοίρα μου, με την οποία συμβιώνω μια χαρά.




Το 1998, σε ηλικία 35 ετών, έγινα ο νεότερος πρωθυπουργός της Ευρώπης. Τότε χόρτασα κομπλιμέντα, αν και η αλήθεια είναι πως η πολιτική τότε ήταν πολύ απλή υπόθεση: με δεδομένη την καθυστέρηση της Ουγγαρίας σε σχέση με την αναπτυγμένη Ευρώπη, αρκούσε να λες πως θα αντιγράφεις ό,τι κάνει η δυτική Ευρώπη. Μια ιδέα που εξάλλου με ενθουσίαζε. Κι ύστερα έχασα στις εκλογές του 2002. Επέστρεψα στην εξουσία οκτώ χρόνια αργότερα, σε μιαν εντελώς διαφορετική Ευρώπη.




Σήμερα όποιος συστήνει τη μίμηση της δυτικής Ευρώπης δείχνει μάλλον πνευματική οκνηρία, μιας που αυτή η προσέγγιση δεν προσφέρει πια λύσεις στα προβλήματά μας: χρειάζεται να βρούμε νέες προσεγγίσεις και καινοτόμες λύσεις. Αλλά είναι ακριβώς όταν προσπαθώ να ανοίξω καινούργιους δρόμους που συναντάω τη μεγαλύτερη έλλειψη κατανόησης από τους Ευρωπαίους εταίρους μας. Δεν μου πέφτει κουβέντα για τις πολιτικές που εφαρμόζονται στη Γαλλία, τη Γερμανία ή την Ελλάδα. Απλά θέλω να λειτουργήσω διαφορετικά. Αλλά αυτή η διαφοροποίησή μου εκλαμβάνεται ως ἐμπρακτη κριτική κατά όσων πραγματοποιούνται αλλού, πράγμα που προκαλεί τόσες επιθέσεις εναντίον μου...


CM: Εξ ου και οι καυγάδες σας με την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ);



VO: Η στάση της ΕΕ θυμίζει μάλλον αυτοκρατορία, παρά συμμαχία μεταξύ κυρίαρχων εθνών. Πράγμα που δεν είναι προς το συμφέρον ούτε της Ουγγαρίας, ούτε του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Η ευρωπαϊκή ελίτ συνεχίζει να επιμένει πως σκοπός μας οφείλει να είναι οι Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης. Ανήκω στη μειοψηφία των ηγετών που θεωρούν πως η ΕΕ απαρτίζεται από κυρίαρχα κράτη. Η πλειοψηφία τους θεωρεί πως η εθνοκεντρική προσέγγιση έχει όλο και μικρότερη αξία.



CM: Τι είναι αυτό που σας κάνει να παραλληλίζετε με «αυτοκρατορία» μια ΕΕ που εμφανίζεται όλο και πιο αδύναμη;


VO: Αυτοκρατορία σημαίνει πως ανήκετε σε μια μεγαλύτερη οντότητα. Επί τω προκειμένω, κανείς δεν σας υποχρεώνει να ανήκετε στην οντότητα αυτή, την ΕΕ, το κάνετε ελεύθερα· αλλά αν το αποφασίσετε, σε αντάλλαγμα χάνετε ένα σωρό δικαιοδοσίες που ανήκαν άλλοτε στο εθνικό κράτος. Όσο για την «αδυναμία» στην οποία αναφέρεστε, ήταν το χαρακτηριστικό πολλών αυτοκρατοριών του παρελθόντος, που μάλιστα η αταξία (ή η διαιώνισή της) τις έθρεφε. Εμείς οι Ούγγροι το γνωρίζουμε καλά αυτό. Η σημερινή Ευρώπη είναι η αυτοκρατορία των γραφειοκρατών, με πρωτεύουσα τις Βρυξέλλες. Ο λόγος των ηγετών των κρατών ή των επικεφαλής των κυβερνήσεων αγνοείται. Όλο και περισσότερες διαδικασίες θεωρούνται υποχρεωτικές. Αυτά όλα μας οδηγούν απ' ευθείας στην αυτοκρατορική οδό.


«Ο απολογισμός της πρώτης δεκαετίας της συμμετοχής μας στην ΕΕ ως πλήρες μέλος είναι εντυπωσιακά θετικός. Και για μας, και για την Ευρώπη»



CM: Επί παραδείγματι;


VO: Πρόσφατα η ΕΕ έκανε ορισμένες λεγόμενες «συστάσεις» στα κράτη-μέλη, ζητώντας μας να αυξήσουμε ακόμα μια φορά τις τιμές της ενέργειας, για να γίνει πιο «φιλελεύθερη» η σχετική αγορά και πιο «ελεύθερος» ο ανταγωνισμός. Είναι απαράδεκτο! Εμείς αποφασίσαμε να εφαρμόσουμε ένα σύστημα διατίμησης της τιμής της ενέργειας για τους ανακουφίσουμε τους καταναλωτές -και τώρα μας ζητούν να καταργήσουμε αυτό το σύστημα και να αυξήσουμε τις τιμές της ενέργειας! Κατ' αναλογία απαιτούν να αλλάξουμε το φορολογικό μας σύστημα, να αλλάξουμε τον τρόπο λειτουργίας του δικαστικού μας συστήματος, διότι λέει πάσχει από έλλειψη διαφάνειας... Κι ένα σωρό πράγματα αυτού του είδους! Μιλάμε για μια διαδικασία επιβολής που δεν διεξάγεται μετά από ανοικτή συζήτηση μεταξύ εταίρων. Βήμα-βήμα, χωρίς να ρωτούν τη γνώμη μας, τροποποιούν μονομερώς τους όρους του συμβολαίου που μας συνδέει με την ΕΕ. Λέμε σήμερα πως αυτό πρέπει να σταματήσει! Ας επαναπροσδιορίσουμε από κοινού τι μας ενώνει και τι μας χωρίζει.


CM: Μα η Ουγγαρία δεν προσυπέγραψε τις ευρωπαϊκές συνθήκες που προσδιορίζουν σεβασμό στις ευρωπαϊκές προδιαγραφές;



VO: Δεν θέλω να μιλήσω για το παρελθόν, απλά περιγράφω την κατάσταση ως έχει. Οι συνθήκες δεν αμφισβητούνται, η Ουγγαρία και τις προσυπέγραψε και δεσμεύεται να τις τηρήσει. Αλλά η διαδικασία εφαρμογής τους θα έπρεπε να είναι αντικείμενο διαλόγου, πράγμα που δεν συμβαίνει.


CM: Ποιος είναι ο απολογισμός της σχεδόν δεκαετούς πλέον συμμετοχής σας στην ΕΕ ως πλήρες μέλος;

VO: Είναι εντυπωσιακά θετικός. Για αμφότερα τα μέρη. Για την ΕΕ, η κεντρική Ευρώπη αποτελεί πάντοτε μια μεγάλη ευκαιρία και δεν πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως άχθος. Ιδίως εμείς, οι Ούγγροι, βρισκόμαστε σε στρατηγική θέση από όπου μπορούμε να υπερασπιζόμαστε τα συμφέροντα της Ευρώπης απέναντι σε μια χώρα σαν τη Ρωσία, με την οποία πρέπει να διαμορφώσουμε ένα στρατηγικό συνεταιρισμό.


CM: Δεν έχετε τίποτα εναντίον των Ρώσων λοιπόν;


VO: Οι Ούγγροι εναντιωθήκαμε στον Στάλιν (Сталин), όχι στον Τσαϊκόφσκι (Чайко́вский)



CM: Η Ουγγαρία ανταποκρίθηκε στις προκλήσεις της ενσωμάτωσής της στην ΕE;


VO: Σήμερα μπορεί να περνάμε μια δύσκολη φάση, αλλά αν δείτε πόσο δρόμο έχουμε διανύσει, μπορούμε να μιλάμε για μια μεγάλη επιτυχία. Έγιναν και λάθη, για τα οποία όμως δεν ευθύνονται οι Ευρωπαίοι, αλλά οι ουγγρικές κυβερνήσεις.


«Το 2010, όταν επανήρθα στην κυβέρνηση, η Ουγγαρία ήταν μια χώρα με 10 εκατομμύρια κατοίκους και μόλις 1.8 εκατομμύρια φορολογουμένους. Τι κρατικό προϋπολογισμό να έχεις υπ' αυτές τις συνθήκες;»



CM: Η προσωπική σας δράση πάντως δεν αυτοπροσδιορίζεται ως μια επανόρθωση των σφαλμάτων του παρελθόντος...


VO: Ασφαλώς και όχι. Διορθώνοντας τα λάθη του παρελθόντος προσπαθώ να ανοίξω τους δρόμους του μέλλοντος. Αλλά η Ουγγαρία έκανε πολλά λάθη.


— Το πρώτο ήταν που ακολούθησε τη Γερμανία και τη Γαλλία στο δρόμο της παραβίασης των δημοσιονομικών περιορισμών. Το 2002, ο «χρυσούς κανών» του ελλείμματος κάτω από το 3% παραβιάστηκε από τις μεγάλες χώρες, πράγμα που ενθάρρυνε κι άλλους να κάνουν το ίδιο. Αυτός είναι ο λόγος που όταν ξέσπασε η κρίση, το 2008, η Ουγγαρία παραλίγο να είναι η πρώτη χώρα που θα κατέρρεε, πριν την Ελλάδα.


— Το δεύτερο είναι η παραμέληση της βιομηχανίας μας, διότι δήθεν παρέπεμπε στο κομμουνιστικό μας παρελθόν. Ασχοληθήκαμε με άλλες δραστηριότητες που θεωρούνταν πιο επικερδείς, σαν τις υπηρεσίες, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις στην παραγωγική μας ικανότητα.

— Το τρίτο λάθος μας ήταν πως δεν εκτιμήσαμε σωστά την έκταση της διαρθρωτικής μας καθυστέρησης που μας είχε κληροδοτήσει ο κομμουνισμός. Έχουμε π.χ. πληθώρα συνταξιούχων, που μερικοί δεν είναι καλά-καλά σαράντα ετών! Έχουμε επίσης τετραπλάσιο αριθμό ΑμΕΑ από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το πρώτο που έπρεπε να κάνουμε είναι να διορθώσουμε αυτούς τους παραλογισμούς. Κάναμε υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις πως όλα αυτά θα τα αντιμετωπίζαμε με τη σκληρή δουλειά, χάρη στις ατομικές μας ικανότητες. Αποδείχθηκε πως η απαλλαγή μας από τα βαρίδια των κοινωνικών ρυθμίσεων της προηγούμενης περιόδου ήταν πολύ δυσκολότερο έργο από ότι υπολογίζαμε.

CM: Πράγμα που σαν έκανε πολύ επιθετικό στο κοινωνικό επίπεδο...


VO: Το 2010, όταν επανήρθα στην κυβέρνηση, η Ουγγαρία ήταν μια χώρα με 10 εκατομμύρια κατοίκους και μόλις 1.8 εκατομμύρια φορολογουμένους. Τι κρατικό προϋπολογισμό να έχεις υπ' αυτές τις συνθήκες; Σήμερα έχουμε μια φορολογική βάση 4 εκατομμυρίων.

CM: Οι Ευρωπαίοι επικριτές σας σάς καταγγέλλουν για νομοθετική φρενίτιδα, που θεωρούν πως απειλεί ευθέως την ίδια τη δημοκρατία. Σε τέτοιο βαθμό που ορισμένοι εξ αυτών εξετάζουν ακόμα και την ενεργοποίηση του άρθρου 7 της συνθήκης της Λισαβόνας, που προβλέπει την στέρηση ενός κράτους μέλους από τα δικαιώματά που πηγάζουν από τη συμμετοχή του στην Ένωση...


VO: Στην πολιτική οι διατυπώσεις έχουν σημασία και τόση οξύτητα οφείλει να συνοδεύεται από πολύ γερά επιχειρήματα. Αλλά κανείς δεν μπορεί να προβάλει ούτε ένα πραγματικό περιστατικό κατά της δημοκρατίας στην Ουγγαρία. Η αλήθεια είναι πως το κόμμα μου στο ευρωκοινοβούλιο προσχώρησε το «ευρωπαϊκό λαϊκό κόμμα» (ΕΛΚ) κι εγκατέλειψε τη «συμμαχία φιλελευθέρων και δημοκρατών για την Ευρὠπη» (ALDE). Στα μάτια των τελευταίων, αυτό ισοδυναμεί με προδοσία. Αυτοί είναι που με κυνηγάνε περισσότερο. Όσο για τους Ούγγρους σοσιαλιστές, κινητοποιούν τους Ευρωπαίους ομοϊδεάτες τους διότι δεν έχουν άλλο τρόπο να με πλήξουν εκλογικά στην Ουγγαρία. Βρίσκομαι μεταξύ σφύρας και άκμονος.

CM: Οπότε δεν φταίνε τα προσωπικά σας πεπραγμένα που έχετε βρεθεί στο μάτι του κυκλώνα;


VO: Τα πεπραγμένα μου άλλοι τα θεωρούν ανορθόδοξα και άλλοι καινοτόμα, ανάλογα. Είναι αλήθεια πως μπορεί να ειπωθεί για μένα πως είμαι ένας δεξιός που εφαρμόζει και αριστερά μέτρα. Φορολόγησα τις ξένες τράπεζες και τις διεθνείς επιχειρήσεις από τη μια, υπερασπίζομαι τις χριστιανικές αξίες στους θεσμούς μας από την άλλη. Όσα είναι δημοφιλή στην Ουγγαρία, στις Βρυξέλλες φαίνονται ακατανόητα...

«Δεν μπορούμε πια να ακολουθούμε τις ίδιες πολιτικές που εφαρμόζαμε τα τελευταία είκοσι χρόνια, διότι το μόνο που κάνουν είναι να εξασθενούν τη μεσαία τάξη. Πείτε το "δεξιό" ή "αριστερὁ", όπως σας αρέσει, αλλά οφείλουμε να υπερασπιστούμε τα μεσοστρώματα!»


CM: Ξέρετε, όσα λέτε είναι η επιτομή του λαϊκισμού...


VO: Όποιος πρωθυπουργός εξακολουθεί να είναι δημοφιλής σε καιρούς κρίσης, θα πει πως είναι λαϊκιστής! Δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα. Ο λαϊκισμός τρέφεται από μια συνθηματολογία που δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Νομίζω πως κάνω ακριβώς το ανάποδο όταν παράλληλα μειώνω το έλλειμμα, περιορίζω το κράτος και αντιμετωπίζω την ανεργία. Ταυτόχρονα βελτίωσα το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών μας, τους ρυθμούς ανάπτυξης, και αύξησα αισθηά το κατά κεφαλήν εισόδημα. Όταν υποστηρίζω πως όλα αυτά πρέπει να γίνονται μονομιάς, με κατηγορούν για λαϊκισμό. Μόνο και μόνο διότι αξιοποιώ μέτρα στα οποία τα υπόλοιπα κράτη-μέλη δεν επιθυμούν να προσφύγουν, όπως ο έλεγχος της τιμής της ενέργειας, η φορολόγηση των τραπεζών και ορισμένων άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων, οι επιλεκτικές ρυθμίσεις στη φορολογία και τα ειδικά τέλη. Όλα αυτά δεν είναι μεν συνήθη, αλλά αρχίζουν να αποδίδουν. Η Ουγγαρία επιτέλους ανακάμπτει.


CM: Εντωμεταξύ κατηγορείστε πως «καπελώνετε» όλες τις εξουσίες, πως έχετε αναθεωρήσει το σύνταγμα τέσσερις φορές σε τρία χρόνια, πως καλλιεργείτε τον εθνικισμό, πως θέλετε να περιορίσετε την ελευθεροτυπία...


VO: Από το 2010 υιοθετήσαμε ένα νέο σύνταγμα, έναν νέο ποινικό κώδικα, έναν νέο αστικό κώδικα και ένα νέο εργατικό δίκαιο. Αυτό μας εξανάγκασε να εκδώσουμε 2,000 νέους νόμους και προεδρικά διατάγματα σε τρία χρόνια. Κατανοώ πως είναι μια κάπως ασυνήθιστη κατάσταση, που προκαλεί ανησυχία στους εταίρους μας. Τα ερωτήματά τους είναι αντιληπτά, αλλά εννοώ να επιτύχω τους στόχους μου.


CM: Ως Ούγγρος, τι σκέφτεστε για τον (ουγγρικής καταγωγής, Σ.τ.Μ) Νικολά Σαρκοζί (Nicolas Sarkozy);

VO: Η προσωπική του διαδρομή είναι μια από τις συναρπαστικότερες που είδα τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Σκέφτεται διαφορετικά από τους άλλους και δε διστάζει να το δείξει. Όπως κατανοείτε δεν έχω τίποτα να του πω γι' αυτό. Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει την επιστροφή του στη γαλλική πολιτική ζωή. Αλλά η στρατηγική που ακολούθησε τον έβλαψε, και αυτό μου χρησίμευσε ως μάθημα για τη δική μου πολιτική. Δεν πρέπει να αφήνετε τους πολιτικούς σας αντιπάλους την ευκαιρία να μετατρέψουν μια εκλογή σε δημοψήφισμα υπέρ ή κατά ενός προσώπου. Κάθε εκλογή αφορά το μέλλον μιας χώρας, όχι ενός ατόμου.

CM: Τι συμβουλή θα του δίνατε;


VO: Δεν πρόσκειται να ριψοκινδυνεύσω κάτι τέτοιο. Ξέρω μόνο πως στη Γαλλία, όπως και στην Ουγγαρία, δεν μπορούμε πια να ακολουθούμε τις ίδιες πολιτικές που εφαρμόζαμε τα τελευταία είκοσι χρόνια, διότι το μόνο που κάνουν είναι να εξασθενούν τη μεσαία τάξη. Πείτε το «δεξιό» ή «αριστερὁ», όπως σας αρέσει, αλλά οφείλουμε να υπερασπιστούμε τα μεσοστρώματα!


Ο Victor Orbán είναι πρωθυπουργός της Ουγγαρίας

Mετάφραση της συνεντευξης του L' Express από το ppol.gr




Πέμπτη 4 Ιουλίου 2013

Στη σκιά του Ανδρέα Παπανδρέου




Ναπολέων Λιναρδάτος

Όσο και να θέλαμε να το αποκρύψουμε, η Νέα Δημοκρατία του σήμερα ανήκει στον Ανδρέα Παπανδρέου του χθες. Η σημερινή ηγεσία της ΝΔ δεν ευθύνεται γι’ αυτό το χάλι, από την άλλη δεν κάνει και τίποτε για να το αλλάξει.
Μετά από τρία χρόνια βάρβαρων φοροεπιδρομών και περικοπών επί δικαίων και αδίκων, επιτέλους η κυβέρνηση τόλμησε να κάνει και μια μεταρρύθμιση, το κλείσιμο της ΕΡΤ. Το αρχικό σχέδιο ήταν να μείνουν 700 και να απολυθούν με γενναιόδωρες αποζημιώσεις οι υπόλοιποι. Τελικά όλοι θα πάρουν αποζημίωση και το 80% των “απολυμένων” θα επιστρέψουν στην νέα ΕΡΤ. Με τέτοιους μεταρρυθμιστές τι θέλουμε τους λαϊκιστές.
Η αλήθεια είναι ότι οι άλλοι δύο κυβερνητικοί εταίροι τράβηξαν το θέμα στα άκρα. Αλλά η υποχώρηση της ΝΔ ήταν πολύ μεγαλύτερη από όσο θα έπρεπε. Αυτή η μεγάλη ήττα στο θέμα της ΕΡΤ δεν ήταν τυχαία. Όταν το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ έσπρωχναν τον κ. Σαμαρά προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση δεν υπήρχε καμία άλλη δύναμη να τραβά προς την αντίθετη κατεύθυνση. Οι βουλευτές και τα στελέχη της ήταν απλά αμέτοχοι.
Με ελάχιστες εξαιρέσεις, για τους βουλευτές και στελέχη της ΝΔ το όλο θέμα της ΕΡΤ ήταν απλά ένας πονοκέφαλος. Στην καλύτερη περίπτωση μια ίσως υποχρέωση στην τρόικα, ή στην χειρότερη, μια έκφραση ιδιοτροπίας του πρωθυπουργού. Οι πολίτες που παραδοσιακά ψηφίζουν ΝΔ είναι κάπως πιο μπροστά σε αυτά τα θέματα, αλλά ο κομματικός μηχανισμός είναι πλήρως ταγμένος στον πασοκικό κρατισμό του Ανδρέα Παπανδρέου. Γι΄αυτό έχουν και τόσο μεγάλη αγάπη στον Κώστα Καραμανλή, τον αρχηγό της ΝΔ που εξέφρασε με απίστευτη πληρότητα το Παπανδρεϊκό όραμα για την Ελλάδα εκτοξεύοντας στα ύψη τις δαπάνες, τον δανεισμό και τους διορισμούς του κράτους. Παρεμπιπτόντως, την εποχή του κ. Καραμανλή το χαράτσι της ΕΡΤ αυξήθηκε 30%, και οι εργαζόμενοι σε αυτή κόντεψαν τις 6.000.
Το μέσο στέλεχος της ΝΔ είναι εμποτισμένο με τις αρχές του Παπανδρεϊκού λαϊκισμού. Η βασική αρχή του στελέχους είναι η εκμετάλλευση του κρατικού μηχανισμού για προσωπικό όφελος, αυτό που μετράει είναι οι διορισμοί, οι προμήθειες, οι παντός είδους διευθετήσεις και διευκολύνσεις. Κάπου εκεί προσδιορίζονται τα όρια της πολιτικής. Το φιλελεύθερος και συντηρητικός είναι απλά ταμπέλες για να ξεχωρίζουμε από το παραδίπλα μαγαζί. Εξάλλου αρχές και πιστεύω είναι η δουλειά της αριστεράς.
Ο μηχανισμός της ΝΔ μπορεί να θέλει να συνεχίσει τα πράγματα ως έχουν, αλλά οι συνθήκες έχουν αλλάξει. Όσοι έχουν απομείνει να εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα δεν μπορούν να συντηρούν τα εκατομμύρια των υπαλλήλων του κράτους, τους συνταξιούχους, τους άνεργους και τον υπόλοιπο οικονομικά ανενεργό πληθυσμό της Ελλάδας. Το θέμα είναι απλό, η αριθμητική δεν βγαίνει.
Η Ελλάδα έχει μια και μοναδική έξοδο από την κρίση. Να μειωθούν οι δαπάνες τους κράτους για να μπορέσουν να μειωθούν οι φόροι και οι εισφορές ώστε η να αυξηθεί η ζήτηση για εργασία στον ιδιωτικό τομέα. Να μειωθεί ο κρατικός παρεμβατισμός και η γραφειοκρατία, να ανοίξουν οι αγορές ώστε να μπορούν να γίνουν επενδύσεις στην Ελλάδα από μικρούς, μεσαίους και μεγάλους σε όλους τους τομείς χωρίς να χρειάζεται η ειδική παρέμβαση πρωθυπουργού, ή υπουργού, ή οποιανδήποτε άλλου κρατικού παράγοντα. Όλα αυτά θα έπρεπε να έχουν γίνει χθες.
Τρία χρόνια μετά από την “επίσημη” έναρξη της κρίσης ακόμα προσπαθούμε να δούμε πως θα διατηρήσουμε την Ελλάδα που χρεοκόπησε. Όποιος όμως επαγγέλλεται ότι τα πράγματα μπορεί να μείνουν ως έχουν, λέει ψέματα στους Έλληνες πολίτες - ψέματα που αγγίζουν τα όρια της εθνικής προδοσίας. Αν δεν γίνουν μεγάλες αλλαγές, κι΄αν δεν γίνουν γρήγορα, η ελληνική σοβιετία θα συνεχίσει να είναι μια χώρα παραγωγής φτώχειας και απόγνωσης.
Η πολιτική τάξη είναι τόσο ανίκανη που στο τέλος δεν αποκλείεται να έχουμε τις αρνητικές συνέπειες του μνημονίου αλλά και την τελική καταστροφή μιας άτακτης χρεοκοπίας. Το “καλό” σενάριο, βάση των σημερινών δεδομένων, είναι ο αργός και οδυνηρός θάνατος μιας Ελλάδας της επαιτείας. Στην σκιά του Ανδρέα Παπανδρέου δεν υπάρχει ελπίδα ούτε για την Νέα Δημοκρατία, ούτε και για την Ελλάδα.

Το άρθρο (του 1986!) που διαπόμπευε τον Ανδρέα



Μενέλαος Τασιόπουλος
Μια μεγάλη συζήτηση έχει ξεκινήσει από την τοποθέτηση του Μάκη Βορίδη στο συνέδριο της Ν.Δ. σχετικά με τις τεράστιες ευθύνες που έχει ο Ανδρέας Παπανδρέου για την καταστροφή της χώρας. Αξίζει να θυμηθούμε ότι ο ίδιος συνήθιζε να λέει στους φίλους του, τότε, στις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν όλα κινούνταν στη βάση της ανευθυνότητας, ότι το σκάσιμο της «φούσκας» που δημιουργούνταν τότε θα το αντιμετώπιζαν οι πολιτικοί και οι Ελληνες 20 χρόνια μετά.
 
Εννοούσε ότι υπήρχε καιρός για να διορθωθούν τα πράγματα, οπότε ο κόσμος θα μπορούσε να χαρεί με τις αλλεπάλληλες, λανθασμένες πολιτικές παροχών, περίπου ως το 2000. Τότε δηλαδή που τελικά με στρατηγική Σημίτη μπήκαμε στην ΟΝΕ. Ο αντίλογος από την πλευρά των διάφορων εκδοχών των απολογητών του ΠΑΣΟΚ είναι ότι για όλα φταίει η «αμέριμνη διακυβέρνηση» του Κ. Καραμανλή του νεότερου, ο οποίος παρέλαβε πρωτογενές έλλειμμα τον χρόνο στα 8 δισ. ευρώ το 2004 και παρέδωσε έλλειμμα 20 δισ. ευρώ το 2009. Αξίζει να θυμηθούμε ένα άρθρο-σχόλιο του Γ. Μαρίνου στον έγκριτο «Οικονομικό Ταχυδρόμο», στον οποίο ήταν και διευθυντής, που δημοσιεύθηκε στις 22 Μαΐου 1986. Μάλλον αυτό είναι αρκετό για να σταματήσουμε να μιλάμε για «ξαφνικό θάνατο» της Ελλάδας το 2010. Εγραφε τότε μεταξύ άλλων ο πλέον σημαντικός αρθρογράφος του οικονομικού ρεπορτάζ:
«Και ιδού πού φθάσαμε: Αντί να δουλεύουμε για να παράγουμε εισόδημα, να τρώμε από τα έτοιμα και από τα δανεικά. Αντί να φτιάχνουμε νέα εργοστάσια, να κλείνουμε κι αυτά που υπάρχουν. Αντί να εκσυγχρονίζουμε τις υφιστάμενες εγκαταστάσεις, να τις αφήνουμε βαθμιαία να καταντούν παλιοσίδερα. Αντί να βελτιώνομε την παραγωγικότητά μας, να επιβραβεύουμε με κάθε τρόπο την τεμπελιά και τη λούφα. Αντί να προωθούμε τις εξαγωγές μας με καλά και φθηνά προϊόντα, να υπονομεύομε την ανταγωνιστικότητά τους με αποτέλεσμα να μην μπορεί πια να πουληθεί η ελληνική παραγωγή ούτε μέσα στην ελληνική αγορά.
 
Αντί να ενθαρρύνομε το κέρδος, ώστε να περισσεύουν λεφτά για νέες επενδύσεις και καλύτερες αμοιβές των εργαζομένων, το εμποδίζομε με κάθε τρόπο, με αποτέλεσμα τον πολλαπλασιασμό των προβληματικών επιχειρήσεων και την απειλή των μαζικών απολύσεων, αφού οι βιομηχανικές μας επιχειρήσεις δεν μπορούν πια να επιβιώσουν.
Αντί να στηρίζομε με κάθε τρόπο την εγχώρια παραγωγή, την καταδιώκομε με κάθε θεμιτό και αθέμιτο τρόπο, διευκολύνοντας έτσι τις εισαγωγές και την κυριαρχία των ξένων στην ελληνική αγορά.
 
Αντί οι εργατοϋπάλληλοι να υπερασπίζονται την εθνική παραγωγή με την εργατικότητα και τη συμπαράστασή τους προς τους ομοεθνείς εργοδότες τους, πολλοί απ’ αυτούς υπονομεύουν με απεργίες, στάσεις εργασίας, καταλήψεις, κοπάνες, νωθρότητα, τσαπατσουλιά και συνεχείς εκδηλώσεις μίσους τις ντόπιες παραγωγικές μονάδες, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο στα ξένα προϊόντα και στη δική τους μιζέρια και ανεργία.
 
Αντί το Δημόσιο να διαχειρίζεται με σύνεση και πόνο τα έσοδα από τη φορολογία, τα διασπαθίζει σε καταναλωτικές δαπάνες σε έργα βιτρίνας, σε αθρόες προσλήψεις υποαπασχολουμένων, σε επιδοτήσεις, χαρισμούς οφειλών, σε δανεικά και αγύριστα και σε διαιώνιση της αντιπαραγωγικής δομής της δημόσιας διοικήσεως και της χρονοβόρας και δαπανηρότατης γραφειοκρατίας.
 
Αντί να αναπτύσσομε την παραγωγή και να ενισχύομε την αυτοδυναμία της οικονομίας μας, το ’χουμε ρίξει στον δανεισμό από το εσωτερικό και κυρίως από το εξωτερικό, με αποτέλεσμα να έχομε φθάσει στο τραγικό σημείο να δανειζόμαστε πια κάθε χρόνο 2-3 δισεκατομμύρια δολάρια από τους ξένους για να εξοφλούμε προηγούμενα δανεικά.
 
Αντί να διευκολύνονται η εισαγωγή νέας τεχνολογίας και η ευελιξία των επιχειρήσεων ώστε να αποφεύγουν τα οικονομικά αδιέξοδα και το μοιραίο κλείσιμό τους, αντί να ενθαρρύνεται η υλική επιβράβευση των προκομμένων και ευσυνείδητων, επιβάλλεται με κάθε τρόπο το αντίθετο».
 

Γιατί η ΝΔ διόριζε Αριστερούς



του Τάκη Μίχα

Στην πρόσφατη ομιλία του στο συνέδριο της ΝΔ ο Αντώνης Σαμαράς είπε κάτι το πολύ ενδιαφέρον: « ΠΑΣΟΚ και ΝΔ διόριζαν, αλλά κυρίως ανθρώπους της Αριστεράς.». Η ενδιαφέρουσα παρατήρηση του πρωθυπουργού πραγματικά άγγιξε την ουσία ενός πολύ σοβαρού προβλήματος (που σίγουρα θα αποσιωπηθεί από τα περισσότερα ΜΜΕ).
Όμως, δεν πήγε βαθύτερα. Το ερώτημα είναι αν πράγματι ισχύει η εκτίμηση του πρωθυπουργού, τότε γιατί το έκανε; Γιατί γέμιζε η ΝΔ την ΕΡΤ με ανθρώπους της Αριστεράς; Και η απάντηση στο ερώτημα αυτό αποκαλύπτει το δράμα της Ελλάδας. Αν η Νέα Δημοκρατία είχε γεμίσει την ΕΡΤ με Αριστερούς και αν οι Δεξιοί δήμαρχοι είχαν κάνει ακριβώς το ίδιο με τους δημοτικούς ραδιοσταθμούς, αυτό οφείλετο σε ένα και μοναδικό λόγο: ότι πίστευαν πως με αυτό τον τρόπο εξασφάλιζαν «προοδευτικό άλλοθι».
Εδώ θα πρέπει να γνωρίζει ο αναγνώστης κάτι. Έχοντας στη ζωή μου γνωρίσει πολλούς πολιτικούς της ΝΔ, μπορώ να διαβεβαιώσω ότι η μεγαλύτερη αγωνία τους είναι να μη χαρακτηρισθούν «αντιδραστικοί» ή, ακόμα χειρότερο, «νεοφιλελεύθεροι» από το «προοδευτικό» ιερατείο. Δεν υπάρχει κάτι που θα κάνει τον μέσο νεοδημοκράτη βουλευτή ή υπουργό πιο ευτυχισμένο από το να δει το όνομά του να αναφέρεται χωρίς ύβρεις στον «Ριζοσπάστη» ή στην «Αυγή». Αν επιπλέον αποσπάσει και ένα εγκωμιαστικό σχόλιο από κάποιον εγνωσμένης «προοδευτικότητας» ραδιοσχολιαστή, τότε πια πλέει σε πελάγη ανείπωτης ευτυχίας!
Φυσικά θα παρατηρήσει κανείς, αν ισχύει αυτό, αν ο νεοδημοκράτης πολιτευτής πράγματι αναζητεί τόσο απεγνωσμένα διαπιστευτήρια προοδευτικότητας από την Αριστερά, τότε αυτό σημαίνει ότι στην ουσία συμφωνεί με την έννοια της «προοδευτικότητας» όπως την προσδιορίζει η Αριστερά. Με άλλα λόγια ο μέσος νεοδημοκράτης πολιτευτής αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως ένα «αντιδραστικό» σκουλήκι στο βαθμό στον οποίο έχει διαφορετικές από τις αριστερές απόψεις.
Αυτό το σημείο μας φέρνει στη δεύτερη τραγική διαπίστωση: Την απόλυτη και ουσιαστική ιδεολογική αποχαύνωση, τον απόλυτο ιδεολογικό ευνουχισμό στον οποίο είχε οδηγηθεί η παράταξη της ΝΔ κάτω από τις ηγεσίες Καραμανλή (κυρίως) και Μητσοτάκη (δευτερευόντως). Αυτός ακριβώς ο ιδεολογικός ευνουχισμός έκανε τον μέσο πολιτευτή της ΝΔ να εκλιπαρεί για εύσημα «προοδευτικότητας» από το κάθε σταλινοειδές που αντάμωνε στο διάβα του.
Όταν λοιπόν ο κ. πρωθυπουργός αναφέρθηκε στους διορισμούς Αριστερών στην ΕΡΤ από τη ΝΔ είπε μόνο τη μισή αλήθεια. Δεν είπε την άλλη μισή, δηλαδή τους εγγενείς στη ΝΔ λόγους που οδήγησαν σε αυτή την κατάσταση. Αν ήθελε να πει όλη την αλήθεια θα έπρεπε πρωτίστως να καταγγείλει το δίδυμο Καραμανλή (junior και senior) που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην ολοκληρωτική παραχώρηση του ιδεολογικού πεδίου στην Ελλάδα στα σταλινοειδή. Όσο λοιπόν ο πρωθυπουργός δεν προχωρεί σε μία διαρθρωτική ανάλυση του φαινομένου, η κριτική του δεν θα αγγίζει καν την κορυφή του παγόβουνου.

Χαζοχαρούμενη Δεξιά όχι, αλλά ενοχική Δεξιά σίγουρα…


του Νίκου Λυσιγάκη

"Ναι η χαζοχαρούμενη Δεξιά δεν λέει λέξη, τρέμει μπροστά στην αριστερά εδώ και 38 χρόνια",
είπε ο Νίκος Μιχαλολιάκος στη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας και σύσσωμος ο δημοσιογραφικός κόσμος θίχτηκε. Ξαφνικά ένιωσε πως ο αρχηγός της Χρυσής Αυγής προσέβαλε τη Νέα Δημοκρατία με τα λόγια του.



Δεν ξέρω που ήταν όλοι αυτοί οι δημοσιογράφοι (;) που μπήκαν στον κόπο να γράψουν πέντε αράδες για την αποστροφή της ομιλίας Μιχαλολιάκου, σίγουρα όμως εδώ και 20 χρόνια δεν πρέπει να έχουν καμία ουσιαστική επαφή με το πολιτικό σκηνικό της χώρας. Δεν πρέπει ποτέ να αντιλήφθηκαν πως η Δεξιά στην Ελλάδα κουβαλάει πάνω της συμπλέγματα και ταμπού, τα οποία της δημιούργησαν με αριστουργηματικό τρόπο οι ιδεολογικοί της αντίπαλοι μετά την πτώση της Χούντας. Φυσικά, για  το σκοπό αυτό είχαν φροντίσει να δουλέψουν επισταμένως και οι καταστροφικές συνιστώσες της εποχής που υπό τον Ανδρέα σχημάτισαν το ΠΑΣΟΚ. Μάλιστα, ο Μένιος Κουτσόγιωργας το είχε πει ξεκάθαρα, "η επάρατος Δεξιά δε δικαιούται διά να ομιλεί" γιατί έκανε εγκλήματα.  Και με το κουτόχορτο αυτό πότισε τους Έλληνες πολίτες και ενίοτε "χαρτζιλίκωνε" τα εκδοτικά συγκροτήματα για να το γράφουν. Άλλωστε μ’ αυτό το παραμύθι κατηχούσαν γενιές και γενιές φοιτητών στα Πανεπιστήμια, διασκέδαζαν καταχρηστικά την κοινωνία με τα τραγούδια τους και πέρναγαν ως mainstream τον αριστερίστικο ελιτισμό του ΚΛΙΚ.

Απέναντι σε όλο αυτό, οι πολιτικοί του Κεντροδεξιού χώρου επί πολλά χρόνια δεν έβγαζαν κουβέντα. Το θεωρούσαν ταμπού και δεν τολμούσαν να μιλήσουν ούτε για την αυτονόητη τιμωρία όσων παραβίαζαν ωμά το νόμο, μή τυχόν και κάποιος δημοσιογράφος τους αποκαλέσει αυταρχικούς, εθνικιστές ή νοσταλγούς άλλων εποχών. Λες και η ΕΡΕ έφερε την Επταετία στην Ελλάδα.

Θέλοντας λοιπόν, να μπορέσει να επιβιώσει στο πολιτικό σκηνικό ο πολιτικός χώρος, εφευρέθηκε ο όρος Κεντρο-δεξιά δίνοντας το άλλοθι του "Μεσαίου Χώρου" σε όλους εκείνους που σχοινοβατούσαν ανάμεσα στα πιστεύω τους και την πολιτική τους επιβίωση. Κάπου εκεί λοιπόν άρχισαν να εμφανίζονται τα κασκόλ, τα πουλόβερ και τα λοιπά αριστερίζοντα χαρακτηριστικά, προκειμένου να εξευμενιστεί η δίψα της Αριστεράς για πολιτική υποδούλωση των αντιπάλων της. Ο "Μεσαίος Χώρος" λοιπόν έγινε αφήγημα και όσοι επέμεναν να δηλώνουν Δεξιοί, έγιναν σχεδόν περιθωριακοί.

Ο Μεσαίος Χώρος λοιπόν, είναι κατά την ποδοσφαιρική λογική, ο συμβιβασμός με την έξοδο στο κύπελλο Ουέφα των Ιδεών, μιας και μετατράπηκε στο πολυπόθητο Χρυσόμαλλο Δέρας της Κεντροδεξιάς, όποτε αυτή επιθυμούσε να κυβερνήσει τον τόπο. Αν έχανε, απλά δεν είχε καταφέρει να πείσει τους Κεντρώους πως είχε αλλάξει. Αν κέρδιζε πάλι, τότε η νίκη της οφείλονταν στο άνοιγμα που έκανε στην ελληνική κοινωνία "ρίχνοντας τα τείχη" όπως συνήθως έγραφαν οι "αντικειμενικοί".

Με απλά λόγια, όποτε η Κεντροδεξιά στην Ελλάδα εμφανίζονταν με δυναμική να ανατρέψει το καθεστωτικό ΠΑΣΟΚ, έπρεπε να ασπαστεί το Κέντρο πρώτα, κρύβοντας τις βασικές της ιδεολογικές Αρχές¨και παρεκλίνοντας από τα πολιτικά της χαρακτηριστικά. Έτσι, είχαμε την τύχη να ζήσουμε γεγονότα σαν του Γρηγορόπουλου, πολιτικές δειλίες όπως του Βασικού Μετόχου, ποινικοποίηση σχεδόν της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, καταστροφικές λογικές κρατισμού αλλά και χρόνιες παθογένειες όπως η ύπαρξη του ασύλου της τρομοκρατίας και η ανοχή στην αθρόα είσοδο μεταναστών, πράγματα που σήμερα έφεραν έφεραν τη Χρυσή Αυγή στο 7%.

Ο πρώτος πολιτικός που τόλμησε να δηλώσει ξανά Δεξιός, σε μια εποχή που η λέξη κόντευε να διαγραφεί από τα λεξικά, ήταν ο Α.Σαμαράς. Επαναφέροντας ταυτόχρονα έννοιες όπως Πατρίδα, Έθνος, Φιλελευθερισμός στο ρητορικό προσκήνιο. Για το λόγο αυτό δέχεται και τα συνεχή πυρά των "τύπων με τα μαύρα’. Επειδή βλέπουν πως η νομιμότητα επανέρχεται στερώντας τους την ψήφο "κάθαρσης" που έριξε ο Έλληνας σε εκείνους που θέλησαν να "ξεβρομίσουν τον τόπο". Σήμερα λοιπόν, ο βασικός αντίπαλος της Χρυσής Αυγής δεν είναι η Αριστερά, αλλά η αφύπνιση ενός κομματιού του πολιτικού συστήματος που δείχνει να απαλλάχθηκε από τα σύνδρομα του παρελθόντος, ίσως γιατί ηλικιακά στην αρχή τα αντιμετώπισε στα Πανεπιστήμια και συγκρούστηκε μαζί τους στις Δημόσιες Υπηρεσίες, όπου είχαν πιάσει στασίδι οι "αγωνιστές". Βλέποντας λοιπόν, ο Λαϊκός Σύνδεσμος πως η Πολιτεία στέκεται ξανά να στα πόδια της, έχοντας πλέον τη βούληση να επαναφέρει την Τάξη στους δρόμους, ξεσπά σε μια μάχη επιβίωσης προσπαθώντας να πιέσει ψυχολογικά την πρώτη γραμμή της Νέας Δημοκρατίας. Ρίχνοντας αλάτι όμως, σε πληγές που πλέον έχουν κλείσει.

Χαζοχαρούμενη συνεπώς μπορεί να μην ήταν η Δεξιά επί 38 χρόνια, όπως είπε ο Μιχαλολιάκος. Ενοχική ήταν και μάλλον της έχει περάσει…

Υ.Γ. Άλλοθι πάντως στις "δημοκρατικές" δυνάμεις των ΜΜΕ δεν έδωσε διαχρονικά η ΝΔ, ώστε να ταυτίζουν τη Δεξιά με το φασισμό και να δημιουργήσουν τα ενοχικά της σύνδρομα. Η Χούντα και οι νοσταλγοί της το χάρισαν απλόχερα…